roundcorner.gif (262 bytes)  

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ







ΤΕΧΝΙΚΕΣ KAI ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Εισαγωγή σε μιά παρεξηγημένη και πολλές φορές μυθοποιημένη
μορφή πολέμου, που συνήθως αποδεικνύεται καθοριστική για την
έκβαση μιας γενικότερης σύρραξης. O Πόλεμος του Κόλπου
απέδειξε για άλλη μια φορά τη σημασία του Ηλεκτρονικού Πολέμου
τόσο σαν μορφή παραπλάνησης, όσο και άρνησης της
χρησιμοποίησης από τον αντίπαλο κάθε μορφής ηλεκτρονικής
συσκευής που χρησιμοποιεί το ηλεκτρομαγνητικό φάσμα.


Του Αίθωνα Ναρλή
Δρ. Ηλεκτρονικού Μηχανικού

H μεγάλη επιτυχία των συμμαχικών αεροπορικών επιδρομών στην
επιχείρηση _Καταιγίδα της Ερήμου_ οφείλεται κατά μεγάλο
ποσοστό στην πλήρη τεχνική υπεροχή των συμμάχων σε υλικό αλλά
και σε τεχνικές ηλεκτρονικού πολέμου. Βέβαια αυτό δε σημαίνει
ότι επαληθεύεται η θεωρία του Κλαούζεβιτς, η οποία θέλει ως
νικητή αυτόν που υπερέχει αποκλειστικά σε πολεμικό υλικό
έναντι του αντιπάλου. Αν και σαφώς τα τεχνικά μέσα τα οποία
εμπλέκονται σε κάποια θερμή αναμέτρηση είναι σημαντικός
παράγοντας για την έκβασή της, όμως δεν είναι ο μόνος, αλλά
ούτε καν ο αποφασιστικός. Πάντως κατά γενική εκτίμηση, ο
πλήρης εξοπλισμός των συμμάχων σε υλικό ηλεκτρονικού πολέμου
συνδυαζόμενος με την απαραίτητη γνώση για τη βέλτιστη
χρησιμοποίησή του, έναντι της σχετικής έλλειψης του υλικού
αυτού, αλλά και της πλήρους άγνοιας χρησιμοποίησης των
συναφών τεχνικών στο Ιρακινό στρατόπεδο, έπαιξε ουσιαστικό
ρόλο στη γρήγορη καταστολή τών ραντάρ αεράμυνας και στη μικρή
απώλεια α/φών από τα αντιαεροπορικά πυρά. Πρέπει επίσης να
τονιστεί ότι η απόκρυψη του αρχηγείου του δυτικού μετώπου από
τους Ιρακινούς οφείλεται κατά μεγάλο ποσοστό στην παραπάνω
αναφερθείσα αιτία.
O ηλεκτρονικός πόλεμος αν και εφαρμόστηκε _επιστημονικά_ σε
ευρεία κλίμακα κατά το B_ Π.Π. μένει άγνωστος στο πολύ κοινό,
κάτι που δημιουργεί μυθοποίηση του θέματος. 'Ισως η σημασία
που έχει για την άμυνα μιας χώρας, ιδιαίτερα αν αυτή
προμηθεύεται κατά μεγάλο ποσοστό τον αμυντικό της εξοπλισμό
από ξένες χώρες, να δημιουργεί πρόσφορο έδαφος στην άσκηση
διπλωματίας των ανεπτυγμένων κρατών, κάτι το οποίο μπορεί να
προεκταθεί δημιουργώντας πέπλο μυστηρίου και μύθο για κάποιο
αμυντικό υλικό υψηλής τεχνολογίας. Ειδικά το τελευταίο
φαίνεται να συμβαίνει και στη χώρα μας.
O ηλεκτρονικός πόλεμος (Electronic Warfare - EW), αν θέλουμε
να δώσουμε κάποιον ορισμό, είναι η δραστηριότητα η οποία
εμπλέκει τη χρήση τής ηλεκτρομαγνητικής ενέργειας με σκοπό τη
μείωση ή την απαγόρευση χρήσης του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος
από τον εχθρό, αλλά και την εκμετάλλευση όπως και την
υποστήριξη εκμετάλλευσης του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος από
φίλιες δυνάμεις. Όπως είναι φυσικό, στο χώρο αυτό ενυπάρχουν
όλες οι συσκευές από τον πιο απλό ασύρματο έως τον πιο
σύγχρονο αναγνωριστικό δορυφόρο. Πάντως η κλασική σχολή θέλει
τον ηλεκτρονικό πόλεμο να εστιάζεται μόνο σε ό,τι αφορά το
χώρο _ραντάρ_ και κατ_ επέκταση τα ηλεκτροοπτικά συστήματα
ανίχνευσης και καθοδήγησης. Επομένως κατά παράδοξο τρόπο οι
επικοινωνίες, τα αναγνωριστικά συστήματα όπως και τα ηχητικά
μέσα ανίχνευσης μένουν εκτός του κλασικού πεδίου
ενδιαφέροντος του ηλεκτρονικού πολέμου και δεν θα μας
απασχολήσουν τουλάχιστον σ_ αυτό το άρθρο. Είναι δυνατό να
διαχωρίσουμε τις επιμέρους δραστηριότητες που καλύπτονται
στον ηλεκτρονικό πόλεμο με βάση τον Πίνακα (1). Πρέπει βέβαια
να δώσουμε κάποιες επεξηγήσεις στους ορισμούς για καλύτερη
κατανόηση του θέματος:
ELINT: Προέρχεται από τα αρχικά ELectronic INTelligence και
έχει σκοπό την ανάλυση των μη τηλεπικοινωνιακών
ηλεκτρομαγνητικών και των ακουστικών σημάτων, εκπεμπομένων από
μη πυρηνικές πηγές. Κεντρικός όμως σκοπός είναι η αναγνώριση
και καταγραφή τών παραμέτρων εκπομπής των ραντάρ. Χωρίς αυτά
τα δεδομένα η αποτελεσματική αναγνώριση και παραπλάνηση των
εχθρικών ραντάρ είναι επισφαλής.
ESM: Προέρχεται από τα αρχικά του όρου Electronic Support
Measures. Ασχολείται με τις δραστηριότητες ανίχνευσης,
εντοπισμού και ταχείας αναγνώρισης των εκπομπών ραντάρ για
άμεση αναγνώριση κινδύνου.‘Ετσι δίδει τη δυνατότητα άμεσης
και ταχείας εμπλοκής δραστηριοτήτων αντιμέτρων,
αντιαντιμέτρων, αποφυγής και σκόπευσης.
ECM: Προέρχεται από τα αρχικά Electronic Counter Measures.
Σκοπό έχει να προκαλεί δυσχέρειες ή και να απαγορεύει τη χρήση
του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος από τον εχθρό.
ECCM : Προέρχεται από τον όρο Electronic Counter Counter
Measures και έχει σκοπό να κάνει ασφαλή τη μεταχείριση του
ηλεκτρομαγνητικού φάσματος από φίλιες δυνάμεις και να τις
προστατεύει από τα εχθρικά αντίμετρα. Οι τεχνικές ECM και ECCM
είναι παρόμοιες και για τα επικοινωνιακά συστήματα.
COMINT:O όρος αυτός προέρχεται από τα αρχικά του COMmunication
INTelligence και έχει σκοπό την ανάλυση των τεχνικών
χαρακτηριστικών των επικοινωνιακών σημάτων, τον εντοπισμό των
πηγών εκπομπής, αλλά και την πυκνότητα των αναμεταδόσεων.
SIGNIT: Είναι τα αρχικά από τον όρο SIGNal InTelligence. Οι
αρμοδιότητες του καλύπτουν όχι μόνο αυτών του ELINT και του
COMINT αλλά και οποιασδήποτε φύσεως εκπομπής
συμπεριλαμβανομένων και των ηλεκτρομαγνητικών εκπομπών, είτε
σεισμικών που προέρχονται από πυρηνικές εκρήξεις. H
δραστηριότητα αυτή έχει μεγάλη σημασία ιδιαίτερα εν καιρώ
ειρήνης. Οι δραστηριότητες ηλεκτρονικού πολέμου πάντα
ενεργοποιούνται εν καιρώ ειρήνης παράλληλα με τις
δραστηριότητες κατασκοπείας, ιδιαίτερα όταν οι σχέσεις μεταξύ
κρατών είναι τεταμένες. Μπορούμε να αναλύσουμε ένα κλασικό
σενάριο ηλεκτρονικού πολέμου εν καιρώ ειρήνης επάνω στο
προφανές παράδειγμα του ήδη σε μας γνωστού εναερίου χώρου. Το
φίλιο α/φος A εξοπλισμένο με τα απαραίτητα ηλεκτρονικά όργανα
πετά ακολουθώντας μία πορεία παράλληλη στα σύνορα των δύο
κρατών αλλά σε ασφαλή απόσταση. 'Ηδη το α/φος A
παρακολουθείται από τα ραντάρ έρευνας καταγράφοντας τις
φυσικές παραμέτρους της ακτινοβολίας που δέχεται. Σε κάποια
περιοχή της πορείας του, σμήνος φίλιων μαχητικών α/φών
παραβιάζουν _κατά λάθος_ τον εναέριο χώρο της γείτονος χώρας
προκαλώντας τη δραστηριοποίηση όχι μόνο του δικτύου
επικοινωνιών προς ανταλλαγή εντολών, αλλά και του συστήματος
της περιφερειακής αεράμυνας. Τα διάφορα ραντάρ τα οποία
απαρτίζουν το σύμπλεγμα μπαίνουν σε λειτουργία προδίδοντας
όχι μόνο τη θέση τους αλλά και τα χαρακτηριστικά τους. H
αποτελεσματικότητα παρεμπόδισης της λειτουργίας των ραντάρ
αλλά και μίας επίθεσης καταστολής αεράμυνας με πυραύλους
αντιραντάρ συνδέεται άμεσα με τα αποτελέσματα της
δραστηριότητας ELINT/COMINT. Οι παράμετροι που είναι
σημαντικές για τους παραπάνω σκοπούς έχουν ως ακολούθως:
1) Περιοχή συχνοτήτων λειτουργίας.
2) Δυνατότητα αναπήδησης συχνότητας.
3) Ισχύς εκπομπής.
4) Εύρος παλμού, διαμόρφωση εύρους παλμού, ομαδοποίηση παλμών.
5) Συχνότητα παλμών, διαμόρφωση συχνότητας παλμών.
6) Χαρακτηριστικά λοβών της κεραίας.
7) Πόλωσης της κεραίας.
8) Μέθοδος τηλεκατεύθυνσης πυραύλων.
9) Χαρακτηριστικά πυροσωλήνα.
10) Μέθοδοι συντονισμού με άλλα α/α συστήματα.
11) Μέθοδοι ECCM.
Πολύ πιθανόν η συλλογή όλων των στοιχείων του παραπάνω
καταλόγου να είναι μία επίπονη και μακροχρόνια προσπάθεια,
αλλά είναι προφανές ότι όσο περισσότερα στοιχεία διαθέτουμε
τόσο ευκολότερο θα είναι να σχεδιάσουμε ένα σύστημα και μία
τακτική παρεμβολών. Τα συστήματα παρεμβολών μπορούν να
διαχωριστούν σε τρεις κατηγορίες:
1) Ενεργητικά συστήματα ECM. (Παρεμβολείς θορύβου. -
Επαναληπτικοί παρεμβολείς).
2) Παθητικά συστήματα ECM. (Αερόφυλλα και φωτοβολίδες.-
Παθητικά δολώματα-decoys)
3) Βοηθήματα μείωσης της ανακλαστικότητας του στόχου.
(Αεροδυναμικός σχεδιασμός α/φών. - Ελιγμοί. - Απορροφητικές
επικαλύψεις.)
Σε ένα περιβάλλον ηλεκτρονικού πολέμου μπορεί να
χρησιμοποιηθούν ταυτόχρονα και οι άνω τρεις κατηγορίες ανάλογα
με τις απαιτήσεις της τακτικής κατάστασης.
Σ' αυτήν τη σειρά των άρθρων μας θα περιοριστούμε στην ανάλυση
των παρεμβολών που αφορούν την αυτοπροστασία των μαχητικών
α/φών. Αυτού του τύπου η τακτική ονομάζεται "Self - Screening
Jamming" και αναφέρεται σ' όλα τα α/φη τα οποία φέρουν
ενσωματωμένα ενεργητικά ή/και παθητικά συστήματα παρεμβολών.
Βεβαίως για να λειτουργήσει η παραπάνω μέθοδος το α/φος
πρέπει να είναι εξοπλισμένο με έναν προειδοποιητή ηλεκτρονικών
απειλών, ο οποίος θα συνεργάζεται με το υπόλοιπο σύστημα
ηλεκτρονικού πολέμου του α/φους. O εξοπλισμός αυτός
προειδοποιεί το χειριστή για τους εισερχόμενους πυραύλους,
αναλύοντας τα σήματα ιχνηλάτησης των εχθρικών ραντάρ εδάφους ή
α/φους, γι' αυτό και ονομάζεται ταυτόχρονα "Radar-Missile
Warning Receiver". Οι μέχρι σήμερα ανιχνευτές _διέκριναν_
μόνο τους πυραύλους με ενεργητική ή ήμι-ενεργητική καθοδήγηση
ραντάρ. O μεγαλύτερος όμως κίνδυνος για τα εμπλεκόμενα σε
αερομαχίες α/φη, προέρχεται από πυραύλους υπέρυθρης
ακτινοβολίας, οι οποίοι είναι παθητικοί. 'Ετσι οι χειριστές
επωμίζονται έναν επιπλέον φόρτο αμφισβητούμενης
αποτελεσματικότητος, να ψάχνουν τον ουρανό μήπως εντοπίσουν
κάποιον πύραυλο. Πρόσφατα ορισμένες εταιρίες σχεδίασαν
ειδικές συσκευές που κάνουν την ανίχνευση των υπερύθρων
πυραύλων πιο συστηματική και σίγουρη. H ανίχνευση βασίζεται ή
σε ραντάρ ντόπλερ ή σε ηλεκτροοπτικά συστήματα που ανιχνεύουν
τη φλόγα του πυραυλοκινητήρα και αναλύουν την κίνηση και
ταχύτητα του πυραύλου. Το Lockheed/Sanders ALQ-199 και το
Westinghouse Electric ALQ-153 το οποίο ενσωματώνεται στο
ατρακτίδιο ALQ-131 του F-16 είναι συστήματα βασιζόμενα σε
ραντάρ ντόπλερ. Αντίθετα το Loral AAR-47 βασίζεται σε
ηλεκτροοπτικές μεθόδους ανίχνευσης.
Συγκριτικά υπάρχουν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του
κάθε τύπου. Τα ενεργά συστήματα δίδουν την απόσταση του
πυραύλου αντίθετα με τα παθητικά ηλεκτροοπτικά. 'Ομως
εκπέμπουν ακτινοβολία ραντάρ -που προδίδει τη θέση του
α/φους- και είναι ευάλωτα σε επιστροφές εδάφους (clutter)
όταν πετούν σε χαμηλά ύψη, επίσης χρειάζονται και περίπλοκες
καλωδιώσεις με ομοαξονικά καλώδια. Αντίθετα τα ηλεκτροοπτικά
είναι πιο απλά εντελώς παθητικά και πιο σίγουρα. Τα συστήματα
προειδοποίησης πυραύλων συνεργάζονται με τους ενεργούς
παρεμβολείς και με τους εκτοξευτήρες αεροφύλλων και
φωτοβολίδων τους οποίους ενεργοποιούν στην κατάλληλη στιγμή.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν να αναλύουμε τους διαφόρους παρεμβολείς
αρχίζοντας από τον πιο απλό που είναι τα αερόφυλλα ή τα
λεγόμενα "Chaff". Το chaff εισήχθη στο πεδίο της μάχης το
1943 με σκοπό να παρεμβληθεί στα γερμανικά αντιαεροπορικά
ραντάρ. Το chaff απεδείχθη στο πέρασμα του χρόνου ότι είναι ο
πιο αποτελεσματικός και πλέον αποδοτικός, με την έννοια
κόστους/αποτελεσματικότητος, εξοπλισμός ηλεκτρονικού πολέμου.
Είναι το μεγάλο βοήθημα σε διείσδυση α/φών. Τα πρώτα chaff
υπήρξαν μικροί ιμάντες από φύλλο αλουμινίου. Πάντως
αλλάζοντας τα φυσικά χαρακτηριστικά του υλικού είναι δυνατόν
να έχουμε πολλά διαφορετικά αποτελέσματα. Αν και σήμερα ακόμη
τα chaff κατασκευάζονται από λεπτές ίνες αλουμινίου, υπάρχουν
και αυτά που έχουν ως υλικό fiberglass με μεταλλική επικάλυψη
και έχουν σχήμα βελόνης. Τα αλουμινόφυλλα τοποθετούνται σε
κουτιά διαστάσεων 7.5x12.5x2.5 εκ., τα δε με fiberglass σε
δοχεία μεγέθους φυσιγγίου. H εκτόξευση επιτυγχάνεται με έναν
ηλεκτρικό παλμό στο φυσίγγιο, το οποίο και εκτοξεύει το υλικό
με κάποια μικρή έκρηξη. Παρ' όλο το μικρό όγκο του, δεκάδες
χιλιάδες βελονίτσες, που η κάθε μία από αυτές είναι μία
ανακλαστική δίπολος, δημιουργούν ένα ανακλαστικό σύννεφο, το
οποίο και μπερδεύει τα πυροβόλα και τους πυραύλους που
ελέγχονται από ραντάρ, κορενύει τα ραντάρ έρευνας, δημιουργεί
φανταστικούς στόχους στα ραντάρ εγκλωβισμού, δίδει την αίσθηση
μίας μεγάλης κλίμακας επίθεσης προκειμένου να καλύψει την
πραγματική επίθεση που διεξάγεται κάπου αλλού, παραπλανεί
τους πυραύλους έλκοντάς τους στο σύννεφο και ενδεχομένως
πυροδοτεί τους πυροσωλήνες. Με τον ίδιο τρόπο μπορούν να
διεγερθούν και οι πυροσωλήνες βλημάτων των αντιαεροπορικών
πυροβόλων. Στα φυσίγγια τοποθετούνται βελόνες με διάφορα μήκη
με σκοπό να δημιουργηθεί συντονισμός σε διάφορες συχνότητες
και με τον τρόπο αυτό να καλυφθεί το ευρύτερο δυνατό φάσμα
συχνοτήτων των εχθρικών ραντάρ. Λίγο περισσότερη μεταλλική
επικάλυψη στην άκρη ορισμένων βελονών, τις κάνει να κατέβουν
κατακόρυφα, ενώ οι άλλες τείνουν να επιπλέουν οριζόντια,
δημιουργώντας πολλαπλή πόλωση, έτσι που να παρεμβάλλονται στα
ραντάρ με οριζόντια, κάθετη και κυκλική πόλωση. Ειδικές
επικαλύψεις παρεμποδίζουν τις βελονίτσες να κολλούν μεταξύ
τους.
Σε αερομαχίες η σημαντικότερη απειλή προέρχεται από πυραύλους
υπέρυθρης ακτινοβολίας. Για την παραπλάνησή τους
χρησιμοποιούνται πυροτεχνικά φυσίγγια ονομαζόμενα "flares"
όμοια με φωτοβολίδες. 'Οταν φλέγονται αναπτύσσουν υψηλή
θερμοκρασία και εκπέμπουν υπέρυθρη ακτινοβολία όμοια με αυτήν
του κινητήρα του α/φους. Δυστυχώς δεν είναι και τόσο
αποτελεσματικά εναντίον των νέας γενιάς πυραύλων γιατί αφενός
οι τελευταίοι διαθέτουν ανιχνευτή ευαίσθητο σε δύο μήκη
κύματος για την ανίχνευση και της υπεριώδους ακτινοβολίας,
αφετέρου και το κυριότερο, η οπτική τους έχει πολύ στενή
γωνία όρασης ώστε να ακολουθεί μόνο το α/φος. Μία μέθοδος
είναι να εκτοξεύονται πολλές φωτοβολίδες με την ελπίδα ότι
τουλάχιστον μια θα συμπέσει στο πεδίο όρασης του πυραύλου.
Τελευταία εμφανίστηκαν συσκευές όπως το Loral ALQ-123 που
είναι ουσιαστικά ένα στροβοσκόπιο το οποίο καίει κάποιο σύρμα
με αποτέλεσμα να εκπέμπει υπέρυθρη ακτινοβολία μεγαλύτερη
αυτής του μετακαυστήρα. Αν η ένταση της πηγής διαμορφώνεται
κατάλληλα, ο ανιχνευτής του πυραύλου το ερμηνεύει ως σήμα
λάθους και στέλνει λανθασμένες εντολές στα πτερύγια. Αυτό το
σύστημα έχει μειονεκτήματα και πλεονεκτήματα. Από τα
πλεονεκτήματα είναι το γεγονός ότι καίει 3 λεπτά περίπου πριν
σβήσει μόνο του, λόγω υπερθέρμανσης και απαλλάσσει τον πιλότο
από την υποχρέωση κάθε τόσο να εκτοξεύει φωτοβολίδες. Δεν
ανιχνεύεται με γυμνό μάτι και δύναται ο χειριστής να το θέτει
σε λειτουργία κάπου κάπου την ώρα της διείσδυσης, με σκοπό να
παραπλανήσει τυχόν εκτοξευθέντες υπερύθρους πυραύλους,
ιδιαίτερα τους φορητούς. Αντιθέτως ο περιορισμένος χρόνος
λειτουργίας του σε παρατεταμένες εμπλοκές μπορεί να αποβεί
μοιραίος, διότι είναι δυνατό το σύστημα να τεθεί εκτός
λειτουργίας την ώρα που δεν το περιμένει ο χειριστής.
Επιπρόσθετα αν και παραπλανεί τους πυραύλους με κεφαλή
υπερύθρων όταν βρίσκονται μακριά, δύναται και να τους έλξει
όταν πλησιάσουν το α/φος. Τέλος το στροβοσκόπιο πρέπει να
συνδυαστεί με ανιχνευτή προσέγγισης πυραύλων για τη βέλτιστη
λειτουργία του. Κατά τη γνώμη μας, ο παραπάνω συνδυασμός με
παράλληλη εκτόξευση φωτοβολίδων, προσφέρει πολύ ικανοποιητική
προστασία σε αερομαχίες. Αξίζει πάντως στα πλαίσια βελτίωσης
της ικανότητας αυτοπροστασίας των ελληνικών α/φών, να γίνουν
ορισμένες δοκιμές σε κάποια F-5 που δεν διαθέτουν και
μετάκαυση και επομένως έχουν περιορισμένο ίχνος υπέρυθρης
ακτινοβολίας και έτσι να δρομολογηθεί και κάποια αναβάθμιση
αυτών των α/φών αλλά και εξέλιξη στον τομέα του ηλεκτρονικού
πολέμου.
Μία ενδιαφέρουσα όπως και φθηνή μέθοδος παραπλάνησης και
παρεμβολής των ραντάρ είναι τα παθητικά δολώματα (passive
decoys). H συσκευή αυτή είναι ένας ανακλαστήρας ακτινοβολίας
ραντάρ αποτελούμενος από "φακούς Luneberg" όμοιους σε
λειτουργία με τα πλαστικά σήματα στα ποδήλατα, στα σήματα
οδικής κυκλοφορίας κ.λπ. που ανακλούν το φως των προβολέων
των αυτοκινήτων. 'Ενας φακός Luneberg είναι ένα σφαιρίδιο του
οποίου ένα μέρος της εσωτερικής του επιφανείας είναι
επικαλυμμένο με ανακλαστικό υλικό όπως αλουμίνιο, ανακλά δε
την ακτινοβολία ραντάρ πίσω στην κατεύθυνση που τη δέχεται.
Καθώς η ακτινοβολία ανακλάται πίσω στην πηγή της,
επιτυγχάνεται σημαντικό κέρδος στόχου. H πρακτική ερμηνεία
αυτού είναι επί παραδείγματι ότι ένα RPV επικαλυμμένο με το
παραπάνω υλικό φαίνεται στην οθόνη ενός ραντάρ σε μέγεθος
ενός μεγάλου α/φους. Το μειονέκτημα αυτών των συσκευών είναι
ότι εύκολα απορρίπτονται από τα ραντάρ ντόπλερ διότι
αναρτημένα από αλεξίπτωτα αιωρούνται στην ταχύτητα του
ανέμου. Γι' αυτόν το λόγο ή έλκονται από α/φη ή επικαλύπτουν
RPV. H επιχειρησιακή τους χρήση συντελεί στο κέρδος χρόνου σε
μία επίθεση εναντίον στόχων επιφανείας ή εδάφους. O δε χρόνος
παραπλάνησης εξαρτάται από το πόσο καλά το δόλωμα εξομοιώνει
τον αληθινό στόχο. Στις παραπάνω σελίδες είδαμε ορισμένα
βασικά στοιχεία του ηλεκτρονικού πολέμου. Διαφαίνεται ότι στη
βάση δεν υπάρχει τίποτα το υπεράνθρωπο και κανένα μυστήριο,
αντιθέτως όλη η εξέλιξη έχει ως αφετηρία πολύ απλές, στην
έννοια και στην κατασκευή συσκευές, οι οποίες είναι και σήμερα
σε επιχειρησιακή χρήση.

ΛΕΖΑΝΤΕΣ


Οθόνη από συσκευή Προειδοποίησης Σημάτων Ραντάρ (RWR) που
αποτελεί αναπόσπαστο μέρος ενός αεροσκάφους. Στην οθόνη
φαίνεται η κατεύθυνση και η σχετική απόσταση της απειλής.

H μία από τις κεραίες του συστήματος Προειδοποίησης Σημάτων
Ραντάρ ALR-66 της General Instruments που έχει τοποθετηθεί στα
ελληνικά A-7H.

Ένα από τα πιό διαδεδομένα συστήματα αυτοπροστασίας αεροσκαφών
είναι και το AN/ALQ-131 της Westinghouse που φαίνεται εδώ
αναρτημένο στον κεντρικό πυλώνα ενός F-16.

H εκτόξευση αεροφύλλων από τα αεροσκάφη αποτελεί μία παλιά
αλλά ακόμα αξιόπιστη μέθοδο παραπλάνησης του αντιπάλου. Στη
φωτογραφία συσκευή εκτόξευσης αεροφύλλων και φωτοβολίδων
ελληνικού NF-5.


To ραντάρ αποτελεί τον κύριο στόχο των συσκευών ηλεκτρονικού
πολέμου που προσπαθούν να αφαιρέσουν από τον αντίπαλο τη
δυνατότητα της έγκαιρης προειδοποίησης.