roundcorner.gif (262 bytes)  

ΧΕΙΡΑΨΙΕΣ ΣΕ ΤΡΟΧΙΑ






ΧΕΙΡΑΨΙΕΣ ΣΕ ΤΡΟΧΙΑ: ΕΙΚΟΣΙ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΚΟΙΝΗ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟ-ΡΩΣΙΚΗ
ΠΤΗΣΗ

Η ιστορική σύνδεση «Ατλαντίς» και «Μιρ» δεν αποτελεί την πρώτη φορά που
Αμερικανοί και Ρώσοι συναντιούνται στο διάστημα. Το καλοκαίρι του 1975 η
πρώτη κοινή διαστημική αποστολή ΗΠΑ και ΕΣΣΔ έγινε πραγματικότητα,
σηματοδοτώντας μια πρόσκαιρη ύφεση στον αγώνα δρόμου του διαστήματος.


Του Θανάση Βέμπου


Τα τελευταία χρόνια οι παγκόσμιες εξελίξεις δημιούργησαν ένα ριζικά
καινούριο στάτους κβο στο χώρο της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής. Η
κατάρρευση των καθεστώτων στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης και η
ουσιαστική ανάδειξη της Δύσης ως νικήτριας παράταξης του Ψυχρού Πολέμου,
είχε πολλές επιπτώσεις, αρκετές από τις οποίες θα εκδηλωθούν σε όλη τους
την έκταση αρκετά χρόνια αργότερα.
Τα διαστημικά προγράμματα δεν μπορούσαν να μείνουν ανεπηρέαστα από όλη αυτή
την κοσμογονία. Ο αγώνας δρόμου των υπερδυνάμεων αποτελεί πια παρελθόν. Τα
μικτά πληρώματα αμερικανικών και ρωσικών διαστημοπλοίων και η σύνδεση του
διαστημικού λεωφορείου με το «Μιρ» είναι μόνο η αρχή μιας ιστορικής φάσης
που σηματοδοτεί την ουσιαστική ενοποίηση των διαστημικών προγραμμάτων ΗΠΑ
και Ρωσίας.
Η ενοποίηση αυτή αποτελεί μια ιστορική αναγκαιότητα. Η Ρωσία δεν είναι
πλέον σε θέση να δαπανά τους πακτωλούς χρημάτων που δαπανούσε κάποτε για να
διατηρήσει εν ζωή το πιο δραστήριο διαστημικό πρόγραμμα του κόσμου. Από την
άλλη μεριά, το πολιτικό και κοινωνικό κλίμα στις ΗΠΑ δεν επιτρέπει την
ανάληψη μεγαλεπήβολων διαστημικών σχεδίων. Ταυτόχρονα, η διαστημική
προσπάθεια αποδεικνύεται εξαιρετικά δαπανηρή, και η υλοποίησή της ξεπερνά
μερικές φορές ακόμα και την οικονομική δυνατότητα ενός ολόκληρου έθνους.
Με βάση το σημερινό κλίμα, είναι δύσκολο να φανταστούμε τη σημαντικότητα
της πρώτης κοινής αμερικανο-ρωσικής αποστολής, που πραγματοποιήθηκε πριν
από είκοσι ακριβώς χρόνια, τον Ιούλιο του 1975, όταν το επέτρεψε η ύφεση
που εδραιώθηκε -πρόσκαιρα- μεταξύ των δύο μεγάλων ανταγωνιστών του Ψυχρού
Πολέμου.
Στην πραγματικότητα, μια πολύ μικρότερης κλίμακας συνεργασία είχε εδραιωθεί
από τη δεκαετία του 1960. Από τις αρχές εκείνης της δεκαετίας, ΗΠΑ και
Σοβιετική Ενωση είχαν αφοσιωθεί στην αποστολή ανθρώπου σε τροχιά. Όταν αυτό
έγινε πραγματικότητα, οι δυο χώρες στράφηκαν σε προγράμματα με ριζικά
διαφορετικό προσανατολισμό και ριζικά διαφορετική τεχνολογική προσέγγιση.
Όμως αυτό δεν απέτρεψε μια περιορισμένη συνεργασία. Η NASA και η Σοβιετική
Ακαδημία Επιστημών κατέληξαν στην πρώτη επίσημη συμφωνία μιας τέτοιας
συνεργασίας τον Ιούνιο του 1962, λιγότερο από πέντε χρόνια, αφότου ο
σοβιετικός Σπούτνικ εγκαινίασε τη Διαστημική Εποχή.
Αυτή και άλλες διμερείς συμφωνίες, είχαν ως αποτέλεσμα την άμεση
τηλεπικοινωνιακή σύνδεση των μετεωρολογικών κέντρων Ουάσινγκτον και Μόσχας
για κοινά πειράματα σε τροχιά με τον δορυφόρο «Ηχώ-2». Σχετική συνεργασία
πραγματοποιήθηκε επίσης σε θέματα διαστημικής βιοϊατρικής και φυσικής. Όμως
η συνεργασία παρέμεινε πολύ περιορισμένη, αφού η κάθε πλευρά ήταν
διατεθειμένη να νικήσει την άλλη στα πλαίσια ενός αμείλικτου ανταγωνισμού
που δεν «σήκωνε» προσέγγιση. Όμως οι καιροί αλλάζουν...

ΜΙΑ ΠΟΛΛΑΠΛΑ ΧΡΗΣΙΜΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ

Το αμερικανικό πρόγραμμα «Απόλλων» είχε δρομολογηθεί ως απάντηση στη
σοβιετική πρόκληση στον αγώνα δρόμου για τη Σελήνη. Όταν το πρόγραμμα
κατέληξε σε επανδρωμένη προσεδάφιση, υλοποίησε το στόχο του. Η NASA είχε
σχέδια για συνολικά 10 επανδρωμένες προσεληνώσεις ενώ αργότερα φιλοδοξούσε
να προβεί στη συναρμολόγηση τεράστιων διαστημικών σταθμών στα πλαίσια του
Προγράμματος Εφαρμογών «Απόλλων» (ΑΑΡ). Όμως η ραγδαία πτώση του
ενδιαφέροντος του κοινού, είχε αποτέλεσμα τις περικοπές των σεληνιακών
πτήσεων σε 7, ενώ το ΑΑΡ περιορίστηκε μόνο στις τέσσερις πτήσεις του
προγράμματος «Σκάιλαμπ».
Μετά το 1970, οι πάγοι στο πολιτικό κλίμα μεταξύ των δύο συνασπισμών,
άρχισαν να λιώνουν. Η ύφεση της δεκαετίας του 1970 είχε αρχίσει πλέον να
γίνεται πραγματικότητα. Για πρώτη φορά μια κοινή αποστολή ΗΠΑ και
Σοβιετικής Ενωσης έμοιαζε εφικτή.
Μια τέτοια αποστολή θα ήταν πολλαπλά χρήσιμη. Θα κρατούσε τους αστροναύτες
της NASA σε «φόρμα» στο διάστημα της απραξίας που θα μεσολαβούσε μεταξύ του
τερματισμού των προγραμμάτων «Απόλλων» και «Σκάιλαμπ» και του προγράμματος
του διαστημικού λεωφορείου, η πρώτη πτήση του οποίου τοποθετείτο το 1978.
Από την άλλη πλευρά, η ΕΣΣΔ ποθούσε διακαώς την πραγματοποίηση μιας τέτοιας
αποστολής, αφού για πρώτη φορά της δινόταν η ευκαιρία να σταθεί στο ίδιο
ύψος με τους Αμερικάνους μετά την ήττα της στον αγώνα δρόμου για τη Σελήνη.
Όμως, το κυριότερο απ' όλα ήταν το αμοιβαίο πολιτικό όφελος: μια κοινή
αμερικανο-σοβιετική αποστολή θα αποτελούσε ένα χειροπιαστό και ορατό
σύμβολο της ύφεσης που εδραίωναν εκείνη την εποχή οι ηγέτες των δύο χωρών,
Ρίτσαρντ Νίξον και Λεονίντ Μπρέζνιεφ. Από αυτή την άποψη, η κοινή
αμερικανο-σοβιετική αποστολή ήταν ένα πολιτικό πυροτέχνημα, όχι πολύ
διαφορετικό κατά βάθος από τη δέσμευση του προέδρου Τζον Κένεντι για
αμερικανική επανδρωμένη παρουσία στη Σελήνη «μέχρι το τέλος της δεκαετίας
του1960».
Σε μια σειρά αμοιβαίων επισκέψεων που άρχισαν το 1970, Αμερικανοί και
Σοβιετικοί διαστημικοί αξιωματούχοι και επιστήμονες εντόπισαν ένα βασικό
τομέα στον οποίο θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί συνεργασία: τα προβλήματα
ασφάλειαςτων διαστημικών πτήσεων. Είχαν προηγηθεί τραγικά ατυχήματα, όπως ο
θάνατος του Βλαντιμίρ Κομάροφ και των Γκρίσομ, Χουάιτ και Τσάφη το 1967.
Ήταν πραγματικά ανόητο να κινδυνέψει κάποιος αστροναύτης ή κοσμοναύτης στο
διάστημα από τη στιγμή που η αντίπαλη υπερδύναμη θα μπορούσε να προβεί σε
ενέργειες σωτηρίαςτου -έστω και χάριν εντυπωσιασμού. Έτσι μορφοποιήθηκε η
ιδέα της δημιουργίας ενός κοινού συστήματος τροχιακής σύζευξης (orbital
docking) για περιπτώσεις που θα απαιτείτο διαστημική διάσωση. Εξαιτίας της
ασυμβατότητας των συστημάτων σύζευξης που χρησιμοποιούσαν ήδη τα
επανδρωμένα διαστημόπλοια των ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, η διαστημική διάσωση σε
περίπτωση ανάγκης βρισκόταν έξω από τη σφαίρα του εφικτού. Η
κινηματογραφική ταινία «Μarooned» του 1969 (ελληνικός τίτλος:«Κατακτητές
του Διαστήματος»), στην οποία τρεις παγιδευμένοι Αμερικανοί αστροναύτες
(Ρίτσαρντ Κρένα, Τζιν Χάκμαν και Τζέιμς Φρανσίσκους) διασώζονται από
σοβιετικούς κοσμοναύτες, μολονότι δεν γνώρισε εισπρακτική επιτυχία,
συνέτεινε στη γένεση της κοινής αποστολής φέρνοντας την ιδέα στο ευρύ
κοινό. Η ταινία ήταν εν μέρει «προφητική»: λίγους μήνες αργότερα, τον
Απρίλιο του1970, τρεις αμερικάνοι αστροναύτες παραλίγο να χαθούν για πάντα
στο διάστημα, όταν μια έκρηξη στο«Απόλλων 13» καθοδόν προς τη Σελήνη,
προκάλεσε την εσπευσμένη επάνοδο στη Γη. Η ανάγκη να υπάρξει δυνατότητα
διαστημικής διάσωσης τονίστηκε ακόμη περισσότερο. Το Σεπτέμβριο του ίδιου
χρόνου, ο Μτσισλάβ Κέλντις, πρόεδρος της Σοβιετικής Ακαδημίας Επιστημών,
απηύθυνε επίσημη πρόσκληση στη NASA. Ένα μήνα αργότερα, μια πενταμελής
αμερικανική τεχνική αντιπροσωπεία κατέφθανε στη Μόσχα. Έτσι, μόλις ένα
χρόνο μετά τη λήξη του αγώνα δρόμου για τη Σελήνη, οι δυο υπερδυνάμεις θα
συνεργάζονταν σε έναν τομέα όπου είχαν πολεμήσει σκληρά για πρωτοπορία επί
μια δεκαετία: στο διάστημα.


«ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΡΟΜΟΥ...»


Μας είχαν αφηγηθεί ένα σωρό «ιστορίες τρόμου», θυμάται σήμερα ο Κάλντγουελ
Τζόνσον, επικεφαλής του τμήματος σχεδιασμού διαστημοπλοίων του Διαστημικού
Κέντρου Τζόνσον, και μέλος της πρώτης αμερικανικής αντιπροσωπείας που
επισκέφθηκε την ΕΣΣΔ, περιγράφοντας το κλίμα αμοιβαίας καχυποψίας που
επικρατούσε. Όταν αργά το απόγευμα της 24ης Οκτωβρίου 1970 το αεροπλάνο
τους προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο Σερεμέτγιεβο της Μόσχας, στη μητρόπολη της
αντίπαλης υπερδύναμης, ο Τζόνσον και οι συνεργάτες τους αντίκρισαν από τα
παράθυρα του σκάφους, φρουρούς με γούνινους σκούφους και Καλάσνικοφ και
αναρωτήθηκαν σοβαρά «σε τι είδους φασαρίες είχαν ήδη μπλέξει».
Η αντιπροσωπεία της NASA δεν ήξερε τι μπορούσε να περιμένει από τους
Σοβιετικούς. «Μιλήσαμε μεταξύ μας και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι θα
συζητούσαμε με τους Ρώσους για κάποιο είδος αποστολής συνεργασίας», λέει
οΤζόνσον. Στην πρώτη συνάντηση με τους σοβιετικούς μηχανικούς, η ομάδα της
NASA περιέγραψε με αδρές γραμμές την έννοια ενός συμβατού μηχανισμού
σύζευξης. Οι Σοβιετικοί έγνεψαν καταφατικά με ενθουσιασμό. «Δεν πέρασαν
δέκα λεπτά και αντιληφθήκαμε όλοι ότι αναφερόμασταν από κοινού σε μια μικτή
αποστολή», λέει οΤζόνσον.
Έξι μήνες αργότερα, οι σοβιετικοί μηχανικοί βρίσκονταν στο Χιούστον
παρουσιάζοντας λεπτομερή σχέδια ενός συμβατού μηχανισμού σύζευξης του
«Απόλλων» με το «Σογιούζ». Οι ομάδες εργασίας, αφού εξέτασαν διάφορα
ζητήματα, όπως τα ραδιο-οπτικά συστήματα που απαιτούνταν για τη σύνδεση,
τις διαφορές στα συστήματα επικοινωνιών και στα συστήματα διατήρησης της
ζωής, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι μια τέτοια σύνδεση ήταν εφικτή.
Σήμερα, δεν είναι ευρέως γνωστό ότι αρχικά προβλεπόταν ένα διαφορετικό
σενάριο. Σύμφωνα με αυτό, προβλεπόταν η σύνδεση ενός «Απόλλων» και ενός
«Σογιούζ» με έναν τροχιακό σταθμό «Σαλιούτ». Όμως οι συνθήκες απαιτούσαν
μια τεχνικά εύκολη και μη χρονοβόρα λύση. Τα σχέδια σύντομα εγκαταλείφθηκαν
και οι μελέτες στράφηκαν στην τεχνολογικά απλούστερη τροχιακή σύζευξη ενός
διαστημοπλοίου «Απόλλων» με ένα «Σογιούζ».
Το 1972 ήταν η χρονιά που πραγματοποιήθηκαν οι τελευταίες αμερικανικές
πτήσεις «Απόλλων» προς τη Σελήνη. Ταυτόχρονα στη Σοβιετική Ενωση, ο
γιγάντιος «υπερ-μυστικός» πύραυλος Ν-1 εκρηγνυόταν για ακόμη μια φορά
διαλύοντας και τις τελευταίες σοβιετικές ελπίδες για επανδρωμένες πτήσεις
στη Σελήνη -κάτι που θα γινόταν επίσημα γνωστό είκοσι χρόνια αργότερα. Την
ίδια χρονιά, το σχέδιο για μια κοινή αμερικανοσοβιετική πτήση μπήκε στην
τελική ευθεία. Στα πλαίσια της διάσκεψης κορυφής που πραγματοποιήθηκε το
Μάιο, τέθηκαν τα θεμέλια μιας πενταετούς περιόδου συνεργασίας. Στις 24
Μαΐου οι Ρίτσαρντ Νίξον και Αλεξέι Κοσίγκιν υπέγραφαν τη «Συμφωνία για τη
Συνεργασία στην Εξερεύνηση και Χρήση του Εξωτερικού Διαστήματος για
Ειρηνικούς Σκοπούς», η οποία επίσημα υιοθετούσε:
«...προγράμματα για την ανάπτυξη συμβατών συστημάτων σύζευξης και σύνδεσης
μεταξύ σοβιετικών και αμερικανικών επανδρωμένων διαστημοπλοίων και σταθμών,
προκειμένου να ενισχυθεί η ασφάλεια των επανδρωμένων διαστημικών πτήσεων
και να υπάρξει η πιθανότητα διεξαγωγής μικτών επιστημονικών πειραμάτων στο
μέλλον...»
Η Συμφωνία περιλάμβανε μια κοινή πτήση που θα πραγματοποιούνταν το 1975 και
η οποία θα περιλάμβανε τροχιακή σύζευξη μεταξύ ενός σοβιετικού «Σογιούζ»
και ενός αμερικανικού «Απόλλων» καθώς επίσης και αμοιβαίες επισκέψεις
αστροναυτών και κοσμοναυτών στα δύο σκάφη. Η αποστολή ονομάστηκε ASTP
(Apollo-Soyuz TestProject).

ΤΑ ΤΕΧΝΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

Ήδη από τις πρώτες συναντήσεις συνεργασίας, εντοπίστηκαν οι δυσκολίες της
ASTP οι οποίες μπορούσαν να ταξινομηθούν σε πέντε βασικές κατηγορίες
προβλημάτων ασυμβατότητας.
Αρχικά υπήρχε το πρόβλημα του εντοπισμού και της πραγματοποίησης του
τροχιακού ραντεβού των δύο σκαφών. Μολονότι τα αντίστοιχα συστήματα των δύο
σκαφών είχαν βασιστεί στις ίδιες αρχές, διέφεραν στα χαρακτηριστικά και
στον τρόπο λειτουργίας τους. Για παράδειγμα, και τα δύο σκάφη
χρησιμοποιούσαν ραδιοσήματα για τα ραντεβού, αλλά οι συχνότητες που
χρησιμοποιούσαν, οι μέθοδοι ανάκτησης δεδομένων και οι τεχνικές παράμετροι
ήταν εντελώς διαφορετικές. Επιπρόσθετα, ενώ οι διαδικασίες τροχιακής
σύζευξης του «Απόλλων» βασίζονταν αποκλειστικά στο χειροκίνητο έλεγχο, οι
αντίστοιχες διαδικασίες του «Σογιούζ» μπορούσαν να είναι πλήρως
αυτοματοποιημένες. Επίσης τα οπτικά χαρακτηριστικά της επιφάνειας του
«Σογιούζ» το καθιστούσαν αόρατο στο σύστημα οπτικού εντοπισμού του
«Απόλλων».
Τελικά πάρθηκε η απόφαση να υιοθετηθεί το σύστημα σύζευξης που
χρησιμοποιούσε ο «Απόλλων». Το γεγονός ότι ο τελευταίος είχε σχεδιαστεί για
πτήση στη Σελήνη και διέθετε μεγαλύτερα αποθέματα καυσίμων, οδήγησε στην
απόφαση να παίξει το αμερικανικό σκάφος τον «ενεργητικό» ρόλο στη σύζευξη.
Ταυτόχρονα, το «Σογιούζ» εξοπλίστηκε με έναν «transponder», δηλαδή έναν
παθητικό πομποδέκτη που να ανταποκρίνεται αυτόματα στα ραδιοσήματα. Το
πρόβλημα της «αορατότητας» του Σογιούζ θα μπορούσε να λυθεί αν το «Σογιούζ»
ήταν κατάλευκο. Όμως αυτό θα επηρέαζε τη θερμοκρασία στο εσωτερικό του
σκάφους και έτσι αποφασίστηκε η εξωτερική επιφάνεια να είναι ένας
συνδυασμός πράσινων και λευκών τμημάτων. Επιπλέον το «Σογιούζ» εξοπλίστηκε
με λευκούς φανούς που αναβόσβηναν και φώτα προσανατολισμού. Το πλήρωμα του
«Απόλλων» θα ήταν σε θέση να εντοπίσει το «Σογιούζ» από απόσταση
εκατοντάδων χιλιομέτρων, ακόμα και στη σκιά της Γης.
Ένα άλλο πρόβλημα ήταν ο τρόπος επικοινωνίας και του ελέγχου πτήσης, η
επικοινωνία μεταξύ των δύο σκαφών, ο συντονισμός, η επίβλεψη της πτήσης του
άλλου σκάφους από τον έλεγχο εδάφους κ.ά. Αυτό συμπεριλάμβανε όχι μόνο την
τυποποίηση των συστημάτων επικοινωνίας αλλά και μια συμφωνία για τη γλώσσα
που θα χρησιμοποιούνταν! Το γλωσσικό φράγμα ξεπεράστηκε όταν οι δυο πλευρές
συμφώνησαν να μιλά ο ένας στη γλώσσα του άλλου και να ακούν τη δική τους
από τον έλεγχο εδάφους. Όχι πως κάτι τέτοιο ήταν εύκολο. Στο βιβλίο του
«Μoonshot», ο Ντίκ Σλέιτον, αστροναύτης της ASTP, γράφει: «Το δυσκολότερο
μέρος της αποστολής ήταν να μάθουμε να μιλάμε Ρωσικά». Έτσι, δεν αποτέλεσε
έκπληξη το γεγονός ότι οι Αμερικάνοι αναφέρονταν στην ASTP σαν «αποστολή
Απόλλων-Σογιούζ» ενώ οι Σοβιετικοί σαν «αποστολή Σογιούζ-Απόλλων»...
Τα συστήματα σύνδεσης «Απόλλων» και «Σογιούζ» ήταν τόσο ασύμβατα μαζί τους
από κάθε άποψη, ώστε αποφασίστηκε ο σχεδιασμός ενός ειδικού Τμήματος
Σύζευξης (Docking Unit) με τη μία άκρη του οποίου θα συνδεόταν το κάθε
σκάφος. Κοντολογίς, το βάρους 2 τόνων Τμήμα Σύζευξης ήταν μια «σήραγγα»
μέσω της οποίας κοσμοναύτες και αστροναύτες θα επισκέπτονταν τα αντίθετα
σκάφη. Ύστερα από πολλά τεστ, ένα πρότυπο του Τμήματος Σύζευξης δοκιμάστηκε
σε τροχιά από το «Σογιούζ 16», με πλήρη επιτυχία.
Όταν τα σκάφη θα είχαν συνδεθεί με επιτυχία, αστροναύτες και κοσμοναύτες θα
ήταν σε θέση να ανοίξουν τις θυρίδες και να συναντηθούν. Όμως εδώ υπήρχε
ένα σημαντικότατο πρόβλημα: όταν «Απόλλων» και «Σογιούζ» βρίσκονταν ακόμα
στο τραπέζι του σχεδιαστήριου, δέκα χρόνια πριν από την ASTP, οι ομάδες
σχεδιασμού είχαν ακολουθήσει ριζικά διαφορετική φιλοσοφία στο μηχανολογικό
σχεδιασμό και στα συστήματα υποστήριξης της ζωής. Οι Σοβιετικοί μηχανικοί
είχαν επιλέξει για το Σογιούζ μια ατμόσφαιρα που ήταν μείγμα 19-32 %
οξυγόνου και 66-78 % αζώτου και πίεση 490-520 χιλιοστά της υδραργυρικής
στήλης. Από την άλλη πλευρά, οι Αμερικανοί είχαν επιλέξει ατμόσφαιρα
καθαρού οξυγόνου με πίεση μόνο 280 χιλιοστών υδραργύρου (κάτι εξαιρετικά
επικίνδυνο, όπως απέδειξε με τραγικό τρόπο η πυρκαγιά στο «Απόλλων 1» το
1967 που στοίχισε τη ζωή σε τρεις αστροναύτες). Η άμεση μετάβαση των
Σοβιετικών κοσμοναυτών στο «Απόλλων» θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία
τους, αφού αυτοί θα προσβάλλονταν από τη «νόσο των δυτών» και εξαιτίας της
απότομης μεταβολής της πίεσης, φυσαλίδες αζώτου θα απελευθερώνονταν απότομα
στους ιστούς τους. Έτσι, μια αναγκαστική περίοδος προσαρμογής στο Τμήμα
Σύζευξης ήταν απαραίτητη για τους κοσμοναύτες του Σογιούζ. Για να μειωθεί ο
χρόνος προσαρμογής, οι Σοβιετικοί θα μείωναν την ατμοσφαιρική πίεση στο ένα
τρίτο κατά τη διάρκεια της σύνδεσης. Αυτό δεν ήταν εύκολη δουλειά, αφού
έπρεπε να γίνουν προσαρμογές στα συστήματα του «Σογιούζ», ώστε αυτά να
μπορέσουν να λειτουργήσουν σε ατμόσφαιρα με μικρότερη μερική πίεση
οξυγόνου.
Τέλος, έπρεπε να λυθεί ένα ευρύ φάσμα οργανωτικών προβλημάτων που ποικίλε
από την τυποποίηση της τεχνικής ορολογίας μέχρι την επιλογή των «παραθύρων
εκτόξευσης», δηλαδή του κατάλληλου χρονισμού των εκτοξεύσεων, ούτως ώστε να
εκπληρωθούν οι αντικειμενικοί σκοποί της αποστολής. Για παράδειγμα, το
«παράθυρο εκτόξευσης» του Σογιούζ έπρεπε να επιλεγεί με τέτοιο τρόπο, ώστε
τουλάχιστον οκτώ λεπτά πριν από την πυροδότηση των ανασχετικών πυραύλων για
την επάνοδο στη Γη, το σκάφος να μην είχε εισχωρήσει στη σκιά της Γης, ώστε
οι κοσμοναύτες να μπορέσουν να πυροδοτήσουν το σύστημα με χειροκίνητο
έλεγχο. Στην περίπτωση του «Απόλλων» το παράθυρο εκτόξευσης έπρεπε να είναι
τέτοιο, ώστε να είναι ημέρα στην περιοχή προσθαλάσσωσης του θαλαμίσκου.
Πάντως αρκετοί στις ΗΠΑ επέκριναν την όλη προσπάθεια, λέγοντας ότι οι
Σοβιετικοί ήταν οι κερδισμένοι στην όλη ιστορία, αφού θα έρχονταν σε
απρόσμενα στενή επαφή με την προηγμένη αμερικανική τεχνολογία. Ο Κρίστοφερ
Κραφτ, τότε διευθυντής του Κέντρου Τζόνσον, λέει πως κάτι τέτοιο δεν
συνέβη. «Το μόνο που τους δείξαμε ήταν ο τρόπος με τον οποίο
διαχειριζόμασταν τα προγράμματα και εκείνοι δεν μπορούσαν να εφαρμόσουν
αυτόν τον τρόπο στη δική τους κουλτούρα. Υπερείχαμε από τους Σοβιετικούς
στον τομέα των κομπιούτερ, αλλά το να αφήσεις κάποιον από αυτούς να
στέκεται πλάι σε ένα κομπιούτερ, δε σημαίνει ότι αυτός θα μπορούσε να
καταλαβαίνει πώς λειτουργεί αυτό».
Πάντως οι συνεννοήσεις μεταξύ των δύο τεχνικών αντιπροσωπειών δεν έγιναν
χωρίς δυσκολίες. Ο Γκλιν Λάνεϊ, διευθυντής του γραφείου πτήσεων της NASA,
ήταν εκείνος που «έβαλε το νερό στο αυλάκι», και ο οποίος με διπλωματικές
κινήσεις κατόρθωσε να πείσει τους Σοβιετικούς να δώσουν πληροφορίες που
θεωρούνταν άκρως απόρρητες. «Έπρεπε να τους πιέσουμε», θυμάται ο Λάνεϊ.
«Έπρεπε να τους πούμε πως ή μας δίνουν τις πληροφορίες ή εμείς δεν
πρόκειται να κάνουμε τίποτα». Ένα από αυτά τα «ευαίσθητα» θέματα ήταν και
οι τεχνικές λεπτομέρειες των αιτιών της τραγωδίας του «Σογιούζ-11» κατά την
οποία τρεις Σοβιετικοί κοσμοναύτες πέθαναν από αποσυμπίεση κατά την επάνοδο
στη Γη το 1971. «Στην αρχή κωλυσιεργούσαν», λέει ο Λάνεϊ, «κι εμείς
επιμείναμε πως έπρεπε να κατανοήσουμε όλα αυτά που ενδεχομένως να
αντιπροσώπευαν ρίσκο ή που ενδεχομένως να δημιουργούσαν μια κατάσταση που
να επηρέαζε το δικό μας μέρος της πτήσης». Σύντομα οι Αμερικανοί
συνειδητοποίησαν ότι οι ερωτήσεις τους, εκτός του ότι έθεταν σε δοκιμασία
τους σοβιετικούς μηχανικούς, προσέκρουαν και στο όλο σοβιετικό σύστημα
λήψης αποφάσεων. «Μερικές φορές χρειάζονταν μήνες ολόκληρους για να πάρουμε
μια απάντηση, αλλά τελικά την παίρναμε», καταλήγει ο Λάνεϊ. Οι Σοβιετικοί
από τη μεριά τους, κατέβαλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες να αποκρύψουν τον
βασικά στρατιωτικό χαρακτήρα του διαστημικού τους προγράμματος. Ο Ρόαλντ
Σαγκντέγιεφ, διευθυντής του Ινστιτούτου Διαστημικών Ερευνών της Σοβιετικής
Ακαδημίας Επιστημών στην περίοδο 1973-1988, περιγράφει ότι λίγο πριν από
τις επισκέψεις της αμερικανικής αντιπροσωπείας στις σοβιετικές διαστημικές
εγκαταστάσεις, γινόταν ενημέρωση στους σοβιετικούς εργάτες και τους
μοιράζονταν έτοιμες απαντήσεις σε κυριολεκτικά «εκατοντάδες ερωτήσεις που
μπορεί να τους απηύθυναν οι φιλοπερίεργοι Αμερικάνοι». Από τη μεριά τους,
οι Αμερικάνοι προσπάθησαν να δείξουν ευαισθησία στους σοβιετικούς
περιορισμούς και υιοθέτησαν «μια στάση που δεν ήταν ούτε αυτή του
κατασκόπου, ούτε αυτού που χώνει τη μύτη του παντού», όπως περιγράφει
χαρακτηριστικά ο Λάνεϊ.

ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΠΑΣΗ ΘΥΣΙΑ

Στην Αεροπορική Έκθεση του Παρισιού του 1973, που πραγματοποιήθηκε από τις
25 Μαΐου έως τις 3 Ιουνίου, παρουσιάστηκε σε φυσικό μέγεθος ένα μοντέλο των
«Απόλλων-Σογιούζ» συνδεδεμένων με το Τμήμα Σύζευξης. Την εποχή εκείνη η
δυτική τεχνολογία βρισκόταν στο φόρτε της καθώς οι αμερικανοί αστροναύτες
«διέσωζαν» το Σκάιλαμπ καθιστώντας το πάλι κατοικήσιμο, ενώ για πρώτη φορά
επιδεικνυόταν στο κοινό το αγγλογαλλικό Κονκόρντ. Στο μεταξύ τα σοβιετικά
τεχνολογικά προγράμματα πήγαιναν από αποτυχία σε αποτυχία καθώς δύο
τροχιακοί σταθμοί «Σαλιούτ» είχαν μόλις αποτύχει στην αποστολή τους, και το
υπερηχητικό σοβιετικό αντίγραφο του Κονκόρντ, το Tu-144, συντριβόταν
προσπαθώντας να μιμηθεί την επιτυχία του αγγλογαλλικού του αντίστοιχου. Οι
Σοβιετικοί θα έκαναν τα πάντα για να πετύχει από τη μεριά τους η ASTP.
«Εμείς είχαμε πάντα εφεδρικό υλικό και δυνατότητες», θυμάται ο Πιτ Φρανκ,
πρόεδρος του τμήματος μικτών επιχειρήσεων της NASA. «Οι Σοβιετικοί έπρεπε
να δουλέψουν πολύ σκληρά. Φοβηθήκαμε μήπως αρρωστήσουν -τόσο πολύ σκληρά
εργάζονταν».
Τα πράγματα ήταν δύσκολα. Για την πλήρη διασφάλιση της επιτυχίας της
αποστολής η ΕΣΣΔ πραγματοποίησε δύο μη επανδρωμένες δοκιμές και μία
επανδρωμένη. Στις 3 Απριλίου 1973 εκτοξεύθηκε ο Κόσμος 638 που έμεινε σε
τροχιά 10 μέρες. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές η αποστολή αυτή αντιμετώπισε
σημαντικά τεχνικά προβλήματα. Θα ακολουθούσε ο Κόσμος 672 τέσσερις μήνες
αργότερα, ο οποίος μιμήθηκε την αποστολή ASTP για να επιστρέψει στη Γη έξι
μέρες μετά. Όμως η «πρόβα τζενεράλε» της ASTP έγινε το Δεκέμβριο του 1974
όταν οι Ανατόλι Φιλιπτσένκο και Νικολάι Ρουκαβισνίκοφ πέταξαν σε τροχιά με
το «Σογιούζ 16». Κατά τη διάρκεια των 142 ωρών της αποστολής, οι
κοσμοναύτες πρόβαραν τις διαδικασίες προσέγγισης, προσάρμοσαν την
ατμόσφαιρα του Σογιούζ και πραγματοποίησαν προσομοιώσεις της σύνδεσης. Οι
Σοβιετικοί, για να είναι απολύτως σίγουροι ότι η ιστορική αποστολή θα
πραγματοποιούνταν όπως είχε προγραμματιστεί, είχαν έτοιμο έναν εφεδρικό
πύραυλο με ένα εφεδρικό Σογιούζ και εφεδρικό πλήρωμα σε πλήρη ετοιμότητα σε
περίπτωση που οι Λεόνοφ και Κουμπάσοφ δεν θα κατάφερναν να φτάσουν σε
τροχιά εξαιτίας τεχνικών προβλημάτων. Η NASA, έχοντας εμπιστοσύνη στον
εξοπλισμό της -ή επειδή δεν υπήρχαν τα απαραίτητα κονδύλια- δεν έκανε
τέτοιες προετοιμασίες.

ΟΙ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΔΙΑΣΤΗΜΙΚΗΣ ΥΦΕΣΗΣ

Το σοβιετικό πλήρωμα αποτελείτο τους Αλεξέι Λεόνοφ και Βαλέρι Κουμπάσοφ. Ο
Λεόνοφ ήταν ο άνθρωπος που είχε πρώτος «περπατήσει» στο διάστημα το 1965
-και σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες επρόκειτο να είναι ο πρώτος
Σοβιετικός στη Σελήνη, αν η ΕΣΣΔ ολοκλήρωνε με επιτυχία το μυστικό
σεληνιακό της πρόγραμμα. Ήταν απόφοιτος της Αεροπορικής Ακαδημίας
Ζουκόφσκι, Ήρωας της Σοβιετικής Ενωσης και ερασιτέχνης ζωγράφος. Ο δεύτερος
ήταν απόφοιτος του Ινστιτούτου Αεροπορίας της Μόσχας και είχε
πραγματοποιήσει το πρώτο μεταλλουργικό πείραμα στο διάστημα με το
«Σογιούζ-6» το 1969.
Το πλήρωμα του Απόλλωνα (που μερικές φορές αναφέρεται και ως «Απόλλων-18»)
αποτελούσαν οι Τόμας Στάφορντ, Βανς Μπραντ και Ντόναλντ «Ντικ» Σλέητον. Ο
πρώτος, ταξίαρχος της USAF, πτυχιούχος Φυσικός και βετεράνος τριών
διαστημικών πτήσεων, είχε πετάξει γύρω από τη Σελήνη στη γενική δοκιμή πριν
από την πρώτη προσελήνωση το 1969. Ο Μπραντ δεν είχε πραγματοποιήσει ακόμη
πτήση -αν και αργότερα θα πετούσε άλλες τρεις φορές με διαστημικά
λεωφορεία- ενώ ο Σλέιτον ήταν ένας από τους πρώτους επτά αστροναύτες του
προγράμματος Μέρκιουρι, ο οποίος όμως δεν είχε πετάξει ποτέ στο διάστημα
εξαιτίας μιας ελαφράς καρδιακής δυσλειτουργίας. Το πρόβλημα του Σλέιτον
ήταν στην πραγματικότητα αμελητέο, αλλά στα πρώτα χρόνια των διαστημικών
αποστολών οι γιατροί δεν μπορούσαν να γνωρίζουν πώς θα αντιδρούσε η
ανθρώπινη καρδιά σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας.
Αλλοι πέντε κοσμοναύτες και έξι αστροναύτες αποτελούσαν τα εφεδρικά
πληρώματα. Οι δεκαεπτά άντρες εκπαιδεύτηκαν σε όλες τις φάσεις της μικτής
πτήσης. Οι Σοβιετικοί εξοικειώθηκαν με το αμερικανικό σκάφος στο Διαστημικό
Κέντρο Τζόνσον στο Χιούστον, ενώ οι Αμερικανοί είχαν την ευκαιρία να
εξασκηθούν στο Κέντρο Εκπαίδευσης Γκαγκάριν έξω από τη Μόσχα. Τα
αμερικανικά πληρώματα επισκέφθηκαν και τις μυστικές για τους Δυτικούς
εγκαταστάσεις του κοσμοδρόμιου Μπαϊκονούρ κατά τη διάρκεια των
προετοιμασιών, το Μάιο του 1975. Ήταν η πρώτη φορά που Δυτικοί αστροναύτες
επισκέπτονταν τις απόρρητες εγκαταστάσεις. Όμως οι Σοβιετικοί έκαναν ό,τι
μπορούσαν ώστε οι «φιλοπερίεργοι Αμερικάνοι» να μην αποκτήσουν πρόσβαση σε
πληροφορίες που δεν αφορούσαν αποκλειστικά την αποστολή. Είναι αξιοσημείωτο
ότι οι αστροναύτες μεταφέρθηκαν στο Μπαϊκονούρ κατά τη διάρκεια της νύχτας,
τοποθετήθηκαν σε ξενοδοχείο, κατόπιν μεταφέρθηκαν στην εξέδρα εκτόξευσης
και αργότερα ξαναμεταφέρθηκαν στο ξενοδοχείο για να αναχωρήσουν με ακόμα
μία νυχτερινή πτήση. Οι ερωτήσεις που είχαν το δικαίωμα να διατυπώσουν
έπρεπε να αφορούν αποκλειστικά την εξέδρα εκτόξευσης, τον πύραυλο και το
«Σογιούζ». Το αίτημά τους να επισκεφθούν το υπόγειο «μπάνκερ»
παρακολούθησης των εκτοξεύσεων απορρίφθηκε. Ο Στάφορντ χρειάστηκε να
καταβάλει μεγάλες προσπάθειες -ακόμα και να απειλήσει ότι θα αποχωρήσει από
το πρόγραμμα- προκειμένου να επιτραπεί στους αμερικανούς κοσμοναύτες να
εξοικειωθούν με τον θαλαμίσκο του Σογιούζ. «Αρχικά ήθελαν να μας δείξουν
ένα αντίγραφο», λέει ο Στάφορντ.
Η επαφή των δύο ριζικά διαφορετικών προσεγγίσεων στις διαστημικές πτήσεις
είχε και τα προβλήματά της. Ο Στάφορντ, δεν ικανοποιήθηκε ιδιαίτερα
βλέποντας τον σοβιετικό εξοπλισμό εδάφους. «Δεν είχαν προσομοιωτές πτήσεις
σαν κι εμάς», λέει. «Δεν διέθεταν την υποστήριξη που εμείς χρησιμοποιούσαμε
για να διευκολυνόμαστε -όπως ας πούμε φωτοτυπικά μηχανήματα. Αλλά στην
πορεία συνειδητοποιήσαμε πως μολονότι τους έλειπαν οι πολυτέλειες, η βασική
επιστήμη και μηχανική τους ήταν το ίδιο καλή με τη δική μας», λέει ο Πιτ
Φρανκ.
Παρόλα αυτά, η σοβιετική τεχνολογία και ο εξοπλισμός δεν ανησύχησαν τη NASA
από πλευράς ασφάλειας. «Λεγόταν ότι οι Σοβιετικοί δεν ενδιαφέρονταν για την
ασφάλεια των ανθρώπων τους. Εγώ βρήκα πως ήταν πολύ αυστηροί όσον αφορούσε
την ασφάλεια των κοσμοναυτών», λέει ο Λάνεϊ. «Ο εξοπλισμός τους ήταν
αξιόπιστος». Ο Κρίστοφερ Κραφτ συμφωνεί: «Μπορεί να μην διέθεταν εργαλεία
όπως εμείς, π.χ. κομπιούτερ και προηγμένη μεταλλουργία, αλλά κατανοούσαν
καλά το διάστημα και τα διαστημικά συστήματα. Ήταν πολύ καλοί σε ό,τι
έκαναν και δεν άλλαζαν κάτι, εκτός αν ήταν αναγκασμένοι να το κάνουν. Ίσως
αυτό γινόταν επειδή τους ήταν πολύ δύσκολο να κάνουν αλλαγές». Το
πολιτιστικό σοκ για τους Ρώσους που επισκέφθηκαν την Αμερική και ήρθαν σε
επαφή με την αμερικανική κουλτούρα, τον εμφανή πλούτο και την έλλειψη
περιορισμών, ήταν μεγάλο. Μερικοί από αυτούς πίστεψαν πως τα σπίτια των
μηχανικών της NASA -με έγχρωμες τηλεοράσεις, αυτοκίνητα, στερεοφωνικά,
άφθονα καταναλωτικά αγαθά και πισίνες- αποτελούσαν σκηνοθεσία, ότι ήταν
μέρος της αμερικανικής προπαγάνδας που αποσκοπούσε στον εντυπωσιασμό των
Ρώσων...

ΧΕΙΡΑΨΙΑ ΚΑΙ ΑΓΚΑΛΙΕΣ ΣΕ ΤΡΟΧΙΑ

Το βασικό χαρακτηριστικό της ASTP ήταν πως οι Αμερικάνοι είχαν την
μεγαλύτερη ευθύνη στην εξασφάλιση της επιτυχίας της πτήσης. Το «Σογιούζ» θα
εκτοξευόταν πρώτο και θα περίμενε σε τροχιά το «Απόλλων». Ο τελευταίος
έπρεπε να εκτοξευθεί στην ώρα του, να κάνει τους τροχιακούς ελιγμούς και να
συνδεθεί με το «Σογιούζ». Η πτήση ήταν έτσι καταστρωμένη, ώστε να
ελαττωθούν όσο το δυνατόν οι πιθανότητες να βρεθεί σε δύσκολη θέση -και να
εκτεθεί- η Σοβιετική Ένωση.
Η μικτή πτήση ξεκίνησε με επιτυχία το απόγευμα της 15ης Ιουλίου 1975 με την
άψογη εκτόξευση του «Σογιούζ-19». Η σοβιετική τακτική της απόλυτης
μυστικότητας παραμερίστηκε. Η εκτόξευση μεταδόθηκε ζωντανά από το σοβιετικό
τηλεοπτικό δίκτυο και 100 εκατομμύρια άνθρωποι μόνο στην ΕΣΣΔ είχαν την
ευκαιρία να την παρακολουθήσουν. Στο Μπαϊκονούρ, μεταξύ των θεατών της
εκτόξευσης ήταν ο Αμερικανός πρεσβευτής στην ΕΣΣΔ Γουόλτερ Στέσελ και ο
υποδιευθυντής της NASA Γ. Σάπλεϊ. Όμως δεν επετράπη σε αμερικανούς
δημοσιογράφους να παρακολουθήσουν την εκτόξευση του «Σογιούζ-19».
Ακριβώς 530 δευτερόλεπτα αργότερα, το Κέντρο Ελέγχου ανακοίνωσε ότι ο
τελευταίος όροφος είχε αποσυνδεθεί. Το «Σογιούζ-19» βρισκόταν πλέον σε
τροχιά. Την ίδια στιγμή, το πλήρωμα του «Απόλλων» κοιμόταν στις ΗΠΑ. Κατά
τη διάρκεια της 4ης και 17ης περιστροφής τους γύρω από την υδρόγειο, οι
Λεόνοφ και Κουμπάσοφ τροποποίησαν την τροχιά του σκάφους σε κυκλική, ύψους
225 χλμ.
Επτάμισι ώρες μετά την εκτόξευση του «Σογιούζ», ο τελευταίος πύραυλος
«Κρόνος 1Β» ξεκίνησε από το Διαστημικό Κέντρο Κένεντι, μεταφέροντας το
τελευταίο «Απόλλων» στο διάστημα. Μια ώρα μετά την τοποθέτηση σε τροχιά, οι
αστροναύτες πιλοτάρισαν το «Απόλλων» με τέτοιο τρόπο ώστε αυτός να
αποσπάσει το Τμήμα Σύζευξης από τον τελευταίο όροφο του «Κρόνου 1Β» και να
αποτελέσει ένα ενιαίο συγκρότημα που πλέον ήταν έτοιμο να συνδεθεί με το
«Σογιούζ». Τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν μέχρι στιγμής κοσμοναύτες και
αστροναύτες ήταν μηδαμινής σημασίας: Οι Κουμπάσοφ και Λεόνοφ είχαν πρόβλημα
με τις τηλεοπτικές κάμερες, ενώ οι Στάφορντ, Μπραντ και Σλέιτον ανακάλυψαν
ότι το σύστημα συλλογής ούρων δεν λειτουργούσε καλά, ενώ ένα... κουνούπι
είχε τρυπώσει στο θαλαμίσκο!
Η σύνδεση των δύο σκαφών 51 ώρες και 49 λεπτά μετά την εκτόξευση του
«Σογιούζ» ήταν η πιο δραματική στιγμή της όλης προσπάθειας. Πάντως
πραγματοποιήθηκε χωρίς κανένα πρόβλημα, και μάλιστα αρκετά λεπτά πριν από
την προγραμματισμένη ώρα. Αυτό ήταν και το κρίσιμο σημείο της ASTP: η
δοκιμή σε συνθήκες πραγματικής διαστημικής πτήσης του νέου συστήματος
σύνδεσης. Ένα άλλο σημαντικό σημείο της αποστολής ήταν η μετάβαση των
πληρωμάτων στο αντίθετο σκάφος -η οποία και θα πιστοποιούσε και την
επίδειξη ενός βιώσιμου συστήματος διαστημικής διάσωσης. Οι κοσμοναύτες
έβγαλαν τις στολές τους που φορούσαν για λόγους ασφάλειας κατά τη διάρκεια
της σύνδεσης και έλεγξαν την ατμοσφαιρική πίεση που επικρατούσε στο Τμήμα
Σύζευξης. Τρεις ώρες αργότερα, εκατομμύρια τηλεθεατές σε όλο τον κόσμο
παρακολούθησαν εντυπωσιασμένοι τους Στάφορντ και Λεόνοφ να δίνουν τα χέρια
και μετά να αγκαλιάζονται σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας. Ήταν μια
συμβολική στιγμή, αφού οι δυο άντρες αντιπροσώπευαν ολόκληρο το πνεύμα της
ύφεσης στις σχέσεις των δυο υπερδυνάμεων, το οποίο επικράτησε στη διάρκεια
της δεκαετίας του 1970. Κατά τη διάρκεια αυτής της πρώτης ιστορικής
συνάντησης, ο σοβιετικός ηγέτης Λεονίντ Μπρέζνιεφ απέστειλε μήνυμα
ευχόμενος την επιτυχία της αποστολής και στα δύο πληρώματα, ενώ ταυτόχρονα
ο αμερικανός πρόεδρος Τζέραλντ Φορντ (ο Νίξον είχε παραιτηθεί τρία χρόνια
νωρίτερα εξαιτίας του σκανδάλου Γουότεργκεϊτ) μίλησε στα δυο πληρώματα. Οι
κυβερνήτες αντάλλαξαν τις σημαίες των χωρών τους, ενώ ο Λεόνοφ παρέδωσε
στον Στάφορντ μια σημαία των Ηνωμένων Εθνών στα πλαίσια μιας χειρονομίας
που συμβόλιζε τις επιπτώσεις της διαστημικής προσέγγισης των δυο
υπερδυνάμεων.
Η πρώτη επαφή ακολουθήθηκε δέκα ώρες αργότερα από μια δεύτερη συνάντηση και
κατόπιν από άλλες δύο. Και οι τέσσερις συναντήσεις πραγματοποιήθηκαν χωρίς
τεχνικές δυσκολίες, ενώ τα δυο πληρώματα πραγματοποίησαν τηλεοπτικές
εκπομπές και έκαναν γυμναστικές ασκήσεις μαζί. Κατόπιν πραγματοποίησαν
επιστημονικά πειράματα-επιδείξεις μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες, ενώ
απάντησαν σε ερωτήσεις δημοσιογράφων από το σοβιετικό και αμερικανικό
δημοσιογραφικό κέντρο της ASTP.
To πνεύμα της συντροφικότητας σε αυτές τις διαστημικές συναντήσεις
εκδηλώθηκε και σε πολλές άλλες ανεπίσημες περιπτώσεις. Οι πέντε αστροναύτες
και κοσμοναύτες είχαν εκπαιδευτεί μαζί και μιλούσαν ο ένας τη γλώσσα του
άλλου. Κάποια στιγμή, ο Λεόνοφ επιβεβαίωσε τη φήμη που είχε ως λάτρης της
«πλάκας», όταν έδωσε στους Αμερικανούς δύο μεγάλα σωληνάρια-περιέκτες
τροφής από αυτά που χρησιμοποιούσαν τα σοβιετικά πληρώματα. Τα σωληνάρια
είχαν πάνω τους τις ετικέτες μιας γνωστής μάρκας βότκας, αλλά τελικά δεν
περιείχαν παρά μπορστ!
Κατά τη διάρκεια της πτήσης, αστροναύτες και κοσμοναύτες εκτέλεσαν 32
επιστημονικά πειράματα -στα οποία συμπεριλαμβάνονταν και πέντε μικτά. Σε
ένα από τα τελευταία, ο Απόλλωνας χρησιμοποιήθηκε για να αποκρύψει τον
ηλιακό δίσκο ώστε οι κοσμοναύτες του Σογιούζ να μπορέσουν να φωτογραφίσουν
το πανέμορφο ηλιακό στέμμα -το οποίο γίνεται ορατό μόνο σε περιπτώσεις
έκλειψης Ηλίου. Ένα άλλο κοινό πείραμα αφορούσε την μελέτη της επίδρασης
του διαστήματος στις κυτταρικές λειτουργίες των ζωντανών οργανισμών. Στην
περίπτωση αυτή, το πειραματικό αντικείμενο ήταν οι καλλιέργειες ενός
ακτινομύκητα. Ένα άλλο πείραμα μικροβιακής ανταλλαγής είχε αντικείμενο τις
επιδράσεις της διαστημικής πτήσης στο ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα.
Πραγματοποιήθηκε με την ανάλυση της ποσότητας και του είδους των μικροβίων
σε διάφορα σημεία των διαστημοπλοίων και με τις συγκρίσεις βακτηριδιακών
δειγμάτων που ελήφθησαν πριν, μετά και κατά της διάρκεια της ASTP, και από
τα δυο πληρώματα. Η αποστολή αποτελούσε μοναδική ευκαιρία για τέτοια τεστ,
αφού τα δυο πληρώματα προέρχονταν από σημαντικά διαφορετικές γεωγραφικές
περιοχές -και συνεπώς από ιδεώδεις αρχικές συνθήκες.
Το πείραμα υπεριώδους απορρόφησης πραγματοποιήθηκε για να καταμετρηθεί η
συγκέντρωση του ατομικού οξυγόνου και αζώτου στην ανώτερη ατμόσφαιρα της
Γης. Αυτό έγινε εφικτό με τη βοήθεια δεσμών φωτός που εξαπολύθηκαν από το
αμερικανικό σκάφος, ανακλάστηκαν στο «Σογιούζ» και κατόπιν αναλύθηκαν από
ένα φασματόμετρο στο «Απόλλων». Τέλος, τα πειράματα σε έναν πολλαπλής
χρήσης ηλεκτρικό φούρνο επέτρεψαν τη μελέτη διαδικασιών κρυσταλλοποίησης
και άλλων διαδικασιών που αφορούσαν ιδιότητες χημικών στοιχείων και
κραμάτων. Τα πειράματα αυτά επρόκειτο να συνεχιστούν αργότερα στους
σοβιετικούς διαστημικούς σταθμούς «Σαλιούτ».
Κατά τη διάρκεια της «σόλο» πτήσης των δυο σκαφών οι σοβιετικοί κοσμοναύτες
πραγματοποίησαν πειράματα μικροβιακής ανάπτυξης, ανάπτυξης εμβρύων ψαριών,
πειράματα γενετικής και αστροφυσικής, ενώ οι αμερικανοί αστροναύτες
εργάστηκαν πάνω σε πειράματα αστροφυσικής, μελέτης της Γης και της
ατμόσφαιράς της από το διάστημα, βιοϊατρικής και τεχνολογικής έρευνας.
Στις 19 Ιουλίου, η αποσύνδεση των δύο σκαφών ακολουθήθηκε από μία ακόμη
σύζευξη στην οποία οι ρόλοι αντιστράφηκαν και το «Σογιούζ» έπαιζε τώρα το
ρόλο του «ενεργητικού» σκάφους. Η επιτυχία αυτής της δεύτερης σύνδεσης,
πιστοποίησε την άψογη λειτουργία του συστήματος σύζευξης. Το πρωινό της
21ης Ιουλίου, η κάψουλα επανόδου του Σογιούζ μπήκε στην ατμόσφαιρα και
προσεδαφίστηκε ομαλά στις στέππες του Καζαχστάν. Η προσεδάφιση καλύφθηκε
«ζωντανά» για πρώτη φορά από τη σοβιετική τηλεόραση. Ο «Απόλλων» θα έμενε
σε τροχιά ακόμη τρεις μέρες για να προσθαλασσωθεί ομαλά στον Ειρηνικό, 430
χλμ. δυτικά της Χαβάης, κοντά στο αεροπλανοφόρο Νέα Ορλεάνη. Αργότερα θα
γινόταν γνωστό πως μια δυσλειτουργία στη φάση της καθόδου είχε αποτέλεσμα
να γεμίσει ο θαλαμίσκος τοξικούς ατμούς με αποτέλεσμα ο αστροναύτης Βανς
Μπραντ να χάσει για λίγο τις αισθήσεις του.

ΟΡΟΣΗΜΟ 'Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ;

Εκείνη την εποχή, η αμερικανο-σοβιετική διαστημική σύνδεση σε τροχιά
θεωρήθηκε ορόσημο στα χρονικά των διαστημικών πτήσεων και σημαντική
συνεισφορά στη βελτίωση του κλίματος των σχέσεων των δυο υπερδυνάμεων, αλλά
και ολόκληρης της διεθνούς πολιτικής σκηνής. Ο Λεονίντ Μπρέζνιεφ, σε μήνυμά
του προς τον Τζέραλντ Φορντ, εξέφρασε την ελπίδα ότι η ASTP θα αποτελούσε
το θεμέλιο για περαιτέρω δραστηριότητες στον ίδιο τομέα, ενώ ο αμερικάνος
πρόεδρος ανακοίνωσε πως ήταν πεπεισμένος ότι το παράδειγμα της ASTP ήταν
μόνο η αρχή και ότι αυτό θα συνέβαλε στην επιστήμη και στη διεθνή
κατανόηση. Ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Κουρτ Βαλντχάιμ
χαρακτήρισε την πτήση ως ορόσημο στην ανθρώπινη ιστορία και ως επίτευγμα
που έγινε πραγματικότητα χάρη στη στενή συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών.
Μετά την επιστροφή τους στη Γη, αστροναύτες και κοσμοναύτες μαζί με τις
οικογένειές τους υπήρξαν το αντικείμενο θυελλωδών πανηγυρισμών κατά τη
διάρκεια των περιοδειών τους σε ΗΠΑ και ΕΣΣΔ.
Η ASTP και ο εξοπλισμός που αναπτύχθηκε θεωρήθηκε ότι θα αποδεικνυόταν
πολύτιμος σε μελλοντικές συνδυασμένες πτήσεις καθώς επίσης και σε
περιπτώσεις διαστημικής διάσωσης. Το Μάιο του 1977, όταν έληξε η συμφωνία
διαστημικής συνεργασίας, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ κατέληξαν σε μια νέα πενταετή σχετική
συμφωνία, στην οποία οι δυο υπερδυνάμεις υποσχέθηκαν να κάνουν διαθέσιμα:

«... τα αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας που διεξήχθη από την
εξερεύνηση και χρήση του διαστήματος για ειρηνικούς σκοπούς προς όφελος των
λαών των δύο χωρών και όλων των λαών του κόσμου».

Η επιτυχία της ASTP ώθησε αρκετούς να πιστέψουν πως θα πραγματοποιούνταν
και περαιτέρω πτήσεις, στα πλαίσια των οποίων ίσως Αμερικανοί αστροναύτες
επισκέπτονταν σοβιετικούς διαστημικούς σταθμούς. Όμως αυτές οι πτήσεις δεν
πραγματοποιήθηκαν ποτέ. «Εκείνη την εποχή οι Ρώσοι ήταν κάτι περισσότερο
από έτοιμοι να ξαναπετάξουν», θυμάται ο Γκλιν Λάνεϊ. «Η NASA πίστευε ότι
δεν μπορούσε να δικαιολογήσει στο Κογκρέσο τα κονδύλια για επιπλέον
αποστολές, εκτός αν υπήρχε κάποιο απτό αποτέλεσμα». Οι Σοβιετικοί δεν
αντιμετώπιζαν βεβαίως τέτοια προβλήματα και τα ρούβλια έρρεαν άφθονα για
κινήσεις πολιτικού εντυπωσιασμού ή προπαγάνδας. Λίγο μετά την ASTP άρχισαν
να προσκαλούν κράτη από όλο τον κόσμο να στείλουν αντιπροσώπους που θα
συμμετείχαν σε διαστημικές πτήσεις των «Σογιούζ» κι έτσι το πρόγραμμα
Ιντερκόσμος ξεκίνησε το1976.
Όμως η πραγματική ιστορική σημασία της ASTP εξακολουθεί να παραμένει
αμφισβητήσιμη. «Τεχνικά δεν υπήρχε καμιά δυσκολία», λέει ο Κρίστοφερ Κραφτ.
«Είχαμε επιλύσει όλες τις λεπτομέρειες πολλές φορές πριν. Η επαφή των δύο
πολιτισμών ήταν το δύσκολο σημείο». Ο Ροάλντ Σαγκντέγιεφ περιγράφει την
αποστολή ως την «ακριβότερη χειραψία του κόσμου» και πιστεύει πως δεν είχε
καμία σχέση με την επιστήμη.
Εξετάζοντας αναδρομικά το γεγονός της πρώτης αμερικανορωσικής πτήσης,
μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι η ASTP ήταν ένα θνησιγενές πρόγραμμα,
καταδικασμένο εξαρχής σε αδιέξοδο. Οι λόγοι ήταν απλοί: Ήταν γνωστό πως ο
«Απόλλων» δεν επρόκειτο να ξαναπετάξει ποτέ, ενώ δεν υπήρχαν αμερικανικά
σχέδια για την ενσωμάτωση μηχανισμών σύζευξης σε διαστημικά λεωφορεία, τα
οποία θα επέτρεπαν στα τελευταία να συνδεθούν με σοβιετικούς
διαστημικούςσταθμούς. Εκτός αυτού, δεν υπήρχαν σχέδια για την τοποθέτηση σε
τροχιά αμερικανικών διαστημικών σταθμών με τους οποίους θα μπορούσαν να
συνδεθούν σοβιετικά σκάφη που αντιμετώπιζαν κίνδυνο. Η ASTP γεννήθηκε στην
εποχή της βραχύβιας ύφεσης μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ. Λίγο μετά το πέρας της
αποστολής, τα θεμέλια της πολιτικής στην οποία βασίστηκε η ύφεση, είχαν
αρχίσει να τρίζουν. Η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν το 1979 και το
κατοπινό μποϊκοτάρισμα της Ολυμπιάδας της Μόσχας από τις δυτικές χώρες,
σηματοδότησαν το τέλος της ύφεσης. Λίγο αργότερα, η πολιτική Ρίγκαν και η
αναζωπύρωση του Ψυχρού Πολέμου στη δεκαετία του 1980 εκμηδένισαν κάθε
προσπάθεια διαστημικής συνεργασίας. Έπρεπε να καταρρεύσει η Σοβιετική Ένωση
και οι ΗΠΑ να αντιμετωπίσουν οικονομικά προβλήματα, για να αναζωπυρωθεί και
πάλι το πνεύμα της διαστημικής συνεργασίας.
Αυτή τη φορά όμως η διαστημική συνεργασία ΗΠΑ-Ρωσίας είναι πολύ περισσότερο
μακρόπνοη και ουσιαστική, αφού φαίνεται να έγινε πλέον αντιληπτό ότι η
διαστημική προσπάθεια είναι κάτι εξαιρετικά πολυδάπανο, για να υπάρξει η
πολυτέλεια της ανάληψης μεγαλεπήβολων προγραμμάτων από ένα και μόνο έθνος.


Αναμνηστική φωτογραφία των δύο πληρωμάτων με το μοντέλο των δύο
διαστημοπλοίων εμπρός τους. Από τους ρώσους κοσμοναύτες όρθιος είναι ο
Λεόνοφ και καθιστός ο Κουμπάσοφ.

Το περίφημο «docking module» σε δοκιμές με το διαστημόπλοιο «Απόλλων» στο
διαστημικό κέντρο Κένεντι.

Κοινή εκπαίδευση στο διαστημικό κέντρο Κένεντι. Διακρίνονται ο αστροναύτης
Βανσ Μπραντ και ο κοσμοναύτης Βάλερι Κουμπάσοφ.

Στις 17 Ιουλίου 1975 το «Σογιούζ» πλησιάζει αργά προς το «Απόλλων».

Στιγμιότυπο από τη συμβίωση των Αμερικανών και των Ρώσων στο διάστημα. Τα
σωληνάρια παρόλες τις ετικέτες τους δεν περιείχαν τίποτε περισσότερο από
μπορστ.

Τα δύο πληρώματα σφράγισαν την ιστορική αποστολή με την υπογραφή του
σχετικού εγγράφου σε τροχιά.

Σπάνια φωτογραφία που δείχνει σοβιετική προετοιμασία για προσθαλάσσωση, αν
και τυπικά δεν προβλέπετο κάτι τέτοιο.


Επίσκεψη των δύο πληρωμάτων στον τότε αμερικανό πρόεδρο Φορντ.

Αμερικανική ομάδα που είχε επιφορτιστεί με τις διαδικασίες επιτήρησης της
αποστολής, σε εγκαταστάσεις κοντά στη Μόσχα.

Σοβιετικοί επιστήμονες στο διαστημικό κέντρο Χιούστον.

O Λεόνοφ και ο Σλέιτον σε μια άβολη προσπάθεια χειραψίας μέσα στο
«Σογιούζ».

Ύστερα από την επάνοδό του στην Γη ο Λεόνοφ υπογράφει το «Σογιούζ-19». Από
ό,τι είναι γνωστό, οι Σοβιετικοί είχαν έντονο ενδιαφέρον και για άλλες
αποστολές, αλλά για τους Αμερικανούς το κεφάλαιο «Απόλλων» είχε κλείσει.

Αποψη του «Σογιούζ-19» στη διάρκεια ελιγμών παράλληλα προς το «Απόλλων».

Το σύστημα σύνδεσης του «Σογιούζ-19» με το «docking module».