roundcorner.gif (262 bytes)  

Ελληνικά Υποβρύχια: 110 Χρόνια Ιστορίας




Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΠΟΣΕΙΔΩΝΑ
Ελληνικά Υποβρύχια: 110 Χρόνια Ιστορίας
του Ηλία Νταλούμη
Το Υποβρύχιο είναι ένα είδος πλοίου που έδωσε στον πόλεμο στη θάλασσα την
τρίτη του διάσταση. Πολύ λίγοι γνωρίζουν ότι το Πολεμικό Ναυτικό της
Ελλάδας ήταν ένα από τα πρώτα που απόκτησαν υποβρύχιο. Ακόμη λιγότεροι
έχουν υπόψη τους ότι το πρώτο υποβρύχιο εντάχθηκε στον ελληνικό Στόλο πριν
από ΕΚΑΤΟΝ ΔΕΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ! Τα όσα πέτυχαν την περίοδο αυτή τα ελληνικά
υποβρύχια και φυσικά οι άνθρωποι που υπηρέτησαν ή υπηρετούν σε αυτά είναι
πολλά και θαυμαστά. Λίγα, όσα μας επιτρέπει ο χώρος, από αυτά θα
προσπαθήσουμε να σας πούμε στις σελίδες που ακολουθούν.
Στις 7 Απριλίου του 1885 έγιναν στην Ελλάδα εκλογές. Νικητής ήταν, με
μεγάλη πλειοψηφία εδρών, το λεγόμενο «Εθνικόν Κόμμα». Λίγες μέρες αργότερα,
στις 19 του ίδιου μήνα, ορκίστηκε Πρωθυπουργός ο επικεφαλής αυτού του
κόμματος. Δεν ήταν άλλος από τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη που αναλάμβανε αυτή τη
θέση για πρώτη φορά. Η κυβέρνηση εκείνη δεν μακροημέρευσε. Κράτησε ένα
μόλις χρόνο. Κατέρρευσε λόγω της ανικανότητάς της να λύσει τα προβλήματα
που η ίδια είχε οξύνει. Όμως το θέμα μας δεν είναι τα λάθη του Δηλιγιάννη
αλλά μια συγκεκριμένη πράξη της κυβέρνησής του. Τον Σεπτέμβριο του 1885 η
Βουλγαρία, είχε γίνει ανεξάρτητη το 1878, προσάρτησε την Ανατολική Ρωμυλία
(ΣΗΜ. 1). Η ελληνική αντίδραση είχε δύο κυρίως σκέλη. Το ένα ήταν η κήρυξη
επιστράτευσης. Το άλλο η απεγνωσμένη προσπάθεια εξοπλισμού της επειδή ήταν
σε τραγική κατάσταση και από αυτήν την άποψη. Τότε αγοράστηκαν τα πρώτα
πολυβόλα για τον Ελληνικό Στρατό και το Ναυτικό. Ήσαν κατασκευασμένα στη
Σουηδία από την εταιρεία "Nordenfelt Gun & Ammunition Co" (ΣΗΜ. 2). Αν και
δεν υπάρχει η ανάλογη μαρτυρία εντούτοις φαίνεται πολύ πιθανόν ότι η
Nordenfelt μαζί με τα πολυβόλα της βρήκε την ευκαιρία και πούλησε στην
Ελλάδα ένα ακόμα προϊόν. Ήταν μια εφεύρεση που είχε γίνει από τον Βρετανό
ιερέα(!) George Garrett, που την είχε πουλήσει στον T.W.Nordnefelt (ΣΗΜ.
3). Αυτός με τη σειρά του την τελειοποίησε και προχώρησε στην υλοποίησή
της. Ήταν αρκετά πρωτότυπη αν και όχι πρωτόγνωρη. Επρόκειτο για ένα πλοίο
που είχε τη δυνατότητα να ταξιδεύει και κάτω από την επιφάνεια της
θάλασσας. Το νέο αυτό τύπο πλοίου που αγγλικά το έλεγαν «submarine», στη
γλώσσα μας αποδόθηκε, με επιτυχία, ως «Υποβρύχιον».
Το σκάφος αυτό είχε μήκος 19.51m, πλάτος 3.66m και βύθισμα 3.35m. Το
εκτόπισμά του ήταν 60 τόνοι, είχε μέγιστη ταχύτητα 9 κόμβων, μπορούσε να
καταδυθεί ως 15m και είχε ακτίνα δράσης 150 μίλια. Προκειμένου να κινείται
είχε μια ατμομηχανή των 100hp. Προβλεπόταν να φέρει ως οπλισμό ένα πυροβόλο
Nordnefelt της 1in και μία τορπίλη Whitehead, που φερόταν εξωτερικά σε
ειδικό σωλήνα. Οι πρώτες δοκιμές του έγιναν, παρουσία εκπροσώπων των
ναυτικών χωρών της εποχής, από τις 21 ως τις 25 Σεπτεμβρίου του 1885, στη
Landskrona (ΣΗΜ. 4). Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη Μ.Βρετανία, στο
Southampton, για να συνεχίσει τις δοκιμές. Εκεί φαίνεται ότι πουλήθηκε στην
Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 1885, στην τιμή των 9,000 λιρών Αγγλίας (ΣΗΜ. 5)
Το πλοίο αυτό ΔΕΝ πήρε όνομα αλλά, αναφερόταν, και στο Ναυτικό μας, ως
«Νordnefelt Ι». Ήταν μια πρακτική που συνήθιζε τότε το Πολεμικό Ναυτικό να
μη βαφτίζει τα μικρά πλοία του με όνομα αλλά με τον τύπο και τον αύξοντα
αριθμό τους. Θυμηθείτε το «Τορπιλοβόλον 11» που έγινε διάσημο κατά τον Α'
Βαλκανικό Πόλεμο. Το «Νordenfelt Ι» έφτασε στον Πειραιά στις 13 Ιανουαρίου
1886 με το βρετανικό πλοίο SS «Τoledo». Ηταν σε κομμάτια και έπρεπε να
συναρμολογηθεί, εργασία που ανέλαβε το μηχανουργείο «Τζων Μακ Δόαλ &
Βάρβουρ» που βρισκόταν στην ακτή Αλών (ΣΗΜ 6). Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν
μετά από δύο σχεδόν μήνες, οπότε στις 14 Μαρτίου άρχισαν, στον Φαληρικό
όρμο, οι δοκιμές. Τις παρακολουθούσαν, εκτός από το «φιλοθεάμον κοινό» και
μια τριμελής επιτροπή που είχε ορίσει ο Υπουργός των Ναυτικών Γ.
Μπούμπουλης και αποτελούσαν ο Αντιπλοίαρχος Μάρκος Μπότσαρης, ο Πλωτάρχης
Κοσμάς Ζώτος και ένας πολίτης μηχανικός. Οι δοκιμές έδειξαν τις πραγματικές
δυνατότητες του «Νordenfelt Ι» δηλαδή ότι χρειάζονταν μερικές δεκαετίες
ακόμα έως ότου τα υποβρύχια αποκτήσουν μερικές από τις ιδιότητές τους. Πολύ
αργή κατάδυση, διαρροές καυσαερίων που έβαζαν σε κίνδυνο τη ζωή του
πληρώματος, κακή διεύθυνση του σκάφους, ήσαν μερικά από τα αξεπέραστα
προβλήματα που αντιμετώπιζε το «Νordenfelt Ι». Χαρακτηριστικά αναφέρεται
ότι κατά την πρώτη του δοκιμή «κάθισε» στο βυθό και δεν αναδύθηκε παρά μετά
από έξι ώρες! Πάντως η γνωστή παροιμία «κάλιο αργά παρά ποτέ», αν και
ταιριάζει απόλυτα στην περίπτωση, δεν κυκλοφόρησε τότε... Φυσικά το
«Νordenfelt Ι» δεν αξιοποιήθηκε ποτέ επιχειρησιακά. Μετά το 1901 δεν
αναφέρεται πουθενά. Αν τώρα νοιώθετε απογοήτευση για αυτήν την,
προεκατονταετίας, ελληνική αποτυχία, να σας πούμε μιαν άλλη για να σας
ξανάρθει το κέφι. Μόλις μαθεύτηκε ότι η Ελλάδα αγόρασε υποβρύχιο, η Τουρκία
έσπευσε, το 1887, να παραγγείλει στον Nordenfelt δύο! Τα βάφτισαν «Αμπντούλ
Μετζίντ» και «Αμπντούλ Χαμίντ» και ήσαν μεγαλύτερα από το «Νordenfelt Ι».
Αν και είχαν κάποιες βελτιώσεις ως προς αυτό, δεν κατάφεραν τίποτα
περισσότερο. Μάλιστα επειδή στάθηκε αδύνατον να βρεθεί τουρκικό πλήρωμα για
να τα επανδρώσει, τις δοκιμές στον Βόσπορο τις έκαναν δύο Βρετανοί...
Ανίκανα να προσφέρουν οποιοδήποτε έργο και χωρίς να αποκτήσουν ποτέ
πλήρωμα, εγκαταλείφθηκαν να σκουριάσουν στον Κεράτιο, στην
Κωνσταντινούπολη.
Χρειάστηκε να περάσουν 25 χρόνια από την αγορά του «Νordenfelt Ι», έως ότου
η Ελλάδα αγοράσει άλλο υποβρύχιο. Και ο λόγος είναι προφανής. Δεν υπήρχαν
υποβρύχια. Όλα αυτά τα χρόνια στην υπόλοιπη Ευρώπη και στις ΗΠΑ γίνονταν
πειράματα και δοκιμές προκειμένου να κατασκευαστεί ένα πραγματικό
υποβρύχιο. Το Κίνημα του 1909 αποτέλεσε το έναυσμα για την έξοδο της
Ελλάδας από τη μιζέρια και την αφάνεια. Η αναδιοργάνωση των Ενόπλων
Δυνάμεων ήταν ένας από τους πρωταρχικούς σκοπούς του. Οι παραγγελίες για
εξοπλισμούς υπήρξαν μοναδικές. Το Ναυτικό απέκτησε σύγχρονα σκάφη. Πιο
διάσημο το «Αβέρωφ». Πιο πρωτότυπα το «Δελφίν» και το «Ξιφίας», τα δύο
υποβρύχια ή «Καταδυόμενα» όπως τα έλεγαν τότε ακολουθώντας τη γαλλική
ορολογία. Η παραγγελία δόθηκε στα ναυπηγεία Schneider, στη Γαλλία, τον
Σεπτέμβριο του 1910 και ήσαν τύπου «Laubeuf», από τον σχεδιαστή τους (ΣΗΜ.
7). Η Ναυπήγησή τους άρχισε το 1911 και η παραλαβή του πρώτου, ήταν το
«Δελφίν», έγινε στις 21 Αυγούστου 1912 στο Ναύσταθμο της Toulon. Κυβερνήτης
του ήταν ο Πλωτάρχης Στ. Παπαρηγόπουλος, ενώ το υπόλοιπο πλήρωμά του το
αποτελούσαν αλλα 17 άτομα. Αμέσως άρχισε η εντατική εκπαίδευση κάτω από την
επίβλεψη Γάλλων εκπαιδευτών. Είχαν γίνει έντεκα καταδύσεις όταν ο
Παπαρηγόπουλος πήρε διαταγή να αποπλεύσει από την Toulon για τον Πειραιά. Ο
Α' Βαλκανικός Πόλεμος θα άρχιζε σε λίγες ημέρες. Το «Δελφίν» αφησε τη
Γαλλία στις 29 Σεπτεμβρίου με κατεύθυνση την Κέρκυρα. Εκεί έφτασε στις 4
Οκτωβρίου, την ημέρα που κηρύχθηκε ο πόλεμος. Στην Κέρκυρα δεν κάθισε παρά
λίγες μόνο ώρες, όσο χρειάστηκε για να ανεφοδιαστεί. Την επομένη, 5
Οκτωβρίου 1912, κατέπλευσε στο Ναύσταθμο της Σαλαμίνας. Ήδη το «Δελφίν»
είχε επιτελέσει έναν άθλο. Γιατί τι άλλο από άθλος είναι ένα τόσο μεγάλο
ταξίδι, για την ακρίβεια 130 ώρες πλου, με ένα καινούργιο τύπο πλοίου και
με μάλλον άπειρο πλήρωμα; Όπως και να έχει το πράγμα το μόνο που ενδιέφερε
εκείνη την ώρα ήταν το «Δελφίν» να βρεθεί στην πρώτη γραμμή μαζί με τον
υπόλοιπο Στόλο. Αμέσως λοιπόν άρχισαν εντατικές εργασίες προκειμένου να
γίνει ετοιμοπόλεμο. Στις 19 Οκτωβρίου έφυγε από το Ναύσταθμο για να ενωθεί
με τον υπόλοιπο στόλο που ναυλωχούσε στο Μούδρο της Λήμνου. Πρώτος του
σταθμός η Σκιάθος όπου πήγε μέσω Ευβοϊκού, για να συναντήσει το βοηθητικό
του Στόλου «Κανάρης». Ως τις 20 Νοεμβρίου η μόνη δραστηριότητα που είχε το
«Δελφίν» ήταν κάποιες καταδυτικές ασκήσεις στον κόλπο του Μούδρου και
προπαντώς οι συνεχείς επιθεωρήσεις των μηχανών του και των συστημάτων του,
που παρουσίαζαν μονίμως προβλήματα. Τότε άρχισε τις περιπολίες, πλέοντας
στην επιφάνεια αλλά και σε κατάδυση, έξω από τα Δαρδανέλια, ενώ τις νύκτες
προσορμιζόταν στην Τένεδο.
Η 9η Δεκεμβρίου 1912 είναι μια σημαντική ημερομηνία για τη ναυτική ιστορία.
Την ημέρα εκείνη πραγματοποιήθηκε η πρώτη εκτόξευση τορπιλών από υποβρύχιο
κατά εχθρικού πολεμικού πλοίου. Το υποβρύχιο δεν ήταν άλλο από το «Δελφίν»,
και το πλοίο για το οποίο ρίχτηκε η τορπίλη το τουρκικό καταδρομικό
«Μετζητιέ». Το ότι η επίθεση απέτυχε έχει μάλλον μικρή σημασία. Ούτε οι
τορπίλες της εποχής, ούτε και τα μέσα που είχε το «Δελφίν», όπως για
παράδειγμα το περισκόπιο, του έδιναν πολλές δυνατότητες επιτυχίας. Στην
προσπάθειά του να επιστρέψει στη βάση του, το «Δελφίν» προσάραξε βόρεια της
Τενέδου. Η ανυπαρξία ειδικών χαρτών και η ύπαρξη μόνο μαγνητικής πυξίδας
ήσαν τα κύρια αίτια. Για να ξεκολήσει αναγκάστηκε να αφήσει τα μολυβένια
βάρη ασφαλείας που είχε πράγμα που έκανε αδύνατη την κατάδυσή του. Πλέοντας
στην επιφάνεια επέστρεψε στο Μούδρο. Από εκεί έφυγε δύο ημέρες αργότερα,
στις 11 Δεκεμβρίου, για το Ναύσταθμο. Ουσιαστικά η ιστορία του «Δελφίν»
είχε τελειώσει.
Το άλλο «καταδυόμενον», το «Ξιφίας», είχε μια εντελώς άχρωμη ιστορία. Η
παραλαβή του έγινε τον Μάρτιο του 1913 και δεν πρόλαβε να πάρει μέρος στις
επιχειρήσεις των Βαλκανικών Πολέμων. Αντιμετώπιζε και αυτό τα ίδια
προβλήματα με το «Δελφίν» και η χρησιμοποίησή του ήταν ελάχιστη. Και τα δύο
κατασχέθηκαν από τους Γάλλους τον Σεπτέμβριο του 1916. Στο Ναυτικό
αποδόθηκαν μετά από ένα χρόνο, τον Οκτώβριο του 1917, όταν πια είχε
επικρατήσει το «Κίνημα της Εθνικής Αμυνας» και στη νότια Ελλάδα. Όμως ήσαν
πια άχρηστα. Αφενός είχαν εντελώς ξεπεραστεί τεχνολογικώς και αφετέρου
βρίσκονταν σε οικτρή κατάσταση που οποιαδήποτε προσπάθεια αποκατάστασής
τους ήταν εντελώς ασύμφορη. Παροπλίστηκαν, και τα δύο, το 1920.
Μπορεί τα δύο αυτά υποβρύχια να μη σημείωσαν καμία επιτυχία, έδειξαν όμως
στο Ναυτικό τις μελλοντικές δυνατότητες των σκαφών αυτής της κατηγορίας.
Έτσι λοιπόν στα τέλη του 1912 παραγγέλθηκαν δύο νέα υποβρύχια. Είχαν και
αυτά σχεδιαστεί από τον Laubeuf και έφεραν, προσωρινά ως την καθέλκυση και
βάφτισή τους, ονόματα «Χ»και «Ψ». Ο Α' Παγκ. Πόλεμος τα βρήκε να
ναυπηγούνται με συνέπεια να κατασχεθούν από τους Γάλλους και όταν
ολοκληρώθηκε η ναυπήγησή τους, το 1915, να ενταχθούν στο γαλλικό ναυτικό με
τα ονόματα «Αmazone» και «Αntigone» Τόσες πολλές παραγγελίες σε γαλλικά
ναυπηγεία δεν ήταν δυνατό να μην προκαλέσουν το γερμανικό ενδιαφέρον.
Έχοντας οι Γερμανοί πολύ υψηλές προσβάσεις στην Ελλάδα, δεν ήσαν άλλες από
τον ίδιο τον Βασιλιά Κωνσταντίνο, άρχισαν το 1914, ανάμεσα στο Ναυτικό και
τα ναυπηγεία Germaniawerft του Kiel, επαφές για την πώληση πέντε υποβρυχίων
τύπου «U-31». Αν και οι συζητήσεις είχαν ουσιαστικά ολοκληρωθεί, η δεν
υλοποιήθηκαν ποτέ. Με την έκρηξη του Α' Π.Π. τα προς πώληση υποβρύχια
εντάχθηκαν στο γερμανικό ναυτικό με τα στοιχεία «U-33» έως και «U-37».
Οι πολεμικές επιχειρήσεις στη Μικρά Ασία, η Καταστροφή, η πραγματοποίηση
πιο επιτακτικών εξοπλισμών και η οικονομική ανέχεια που είχε επανακάμψει
δριμύτερη στην Ελλάδα, άφησαν το Ναυτικό για αρκετά χρόνια χωρίς υποβρύχια.
Τα διδάγματα που είχαν προκύψει από τη χρήση τους κατά τον Α' Παγκ. Πόλεμο,
τα είχαν καταστήσει απαραίτητες μονάδες κάθε Ναυτικού που επιθυμούσε να
είναι αξιόμαχο. Ετσι λοιπόν με τα πρώτα σοβαρά κονδύλια που εξασφάλισε το
Πολεμικό Ναυτικό έσπευσε να παραγγείλει δύο υποβρύχια στη Γαλλία. Αυτό
συνέβη το 1925. Η ναυπήγηση άρχισε αμέσως. Του ενός στα ναυπηγεία
«Chantiers de la Gironde» στο Bordeaux και του άλλου στα «Chantiers de la
Loire», στη Nantes. Στις 21 Δεκεμβρίου 1927 έγινε, στη Nantes, η παραλαβή
του πρώτου υποβρυχίου που είχε ετοιμαστεί. Έφερε το όνομα «Παπανικολής» και
τον αριθμό «Υ2». Κυβερνήτης του ήταν ο Αντιπλοίαρχος Π.Βανδώρος. Έξι μήνες
αργότερα, στις 8 Ιουνίου 1928, στο Bordeaux αυτή τη φορά, ο Αντιπλοίαρχος
Κ.Αρβανίτης παραλάμβανε το «Υ1» που είχαν βαφτίσει «Κατσώνης». Ήσαν τύπου
«Schneider-Laubeuf» παρόμοια προς τα «Circe» που είχε το γαλλικό ναυτικό.
Και τα δύο έμελλε να γράψουν ιστορία.
Εντωμεταξύ το 1927 είχε δοθεί, και πάλι στη Γαλλία «Chantiers de la Loire»,
μια νέα παραγγελία. Τη φορά αυτή ήταν για τέσσερα υποβρύχια τύπου
«Loire-Simonot», που δεν ήταν παρά μια βελτιωμένη έκδοση των δύο
προηγουμένων. Κατά σειρά παραλήφθηκαν: Στις 31 Αυγούστου 1929, από τον
Αντιπλοίαρχο Γ.Ξηρό το «Υ3», που είχε το όνομα «Πρωτεύς». Ακολούθησε το
«Νηρεύς», με αριθμό «Υ4», από τον Πλωτάρχη Σ.Τσιριμώκο, την 1η Μαρτίου
1930. Τέλος την 1η Δεκεμβρίου 1930 ο Πλωτάρχης Δ.Πρωτόπαππας παρέλαβε το
«Υ5» που ονομαζόταν «Τρίτων» και ο Πλωτάρχης Α.Ζάγκας το «Γλαύκος» με τον
αριθμό «Υ6». Τα τρία πρώτα είχαν κατασκευαστεί στα, γνωστά μας πια,
«Chantiers de la Loire», ενώ το τέταρτο στα «Chantiers Navales Francais».
Την ίδια εποχή ιδρύθηκαν η Σχολή Υποβρυχίων, ώστε η εκπαίδευση του
προσωπικού να γίνεται συστηματικά και σε μόνιμη βάση, και η Ανωτέρα
Διοίκηση Υποβρυχίων, που έμεινε γνωστή ως ΑΔΥ.
Τη δεκαετία που ακολούθησε, μιλάμε για αυτήν του '30, οι εξελίξεις στην
τεχνολογία των υποβρυχίων υπήρξαν σημαντικές. Δυστυχώς η Ελλάδα δεν τις
παρακολούθησε. Έτσι στις 28 Οκτωβρίου 1940 το Ναυτικό κλήθηκε να πολεμήσει
έχοντας στη δύναμή του έξι υποβρύχια όχι μόνο παλιάς και ξεπερασμένης
τεχνολογίας, αλλά και που είχαν υπερβεί το όριο της ζωής τους! Είχαν
μέγιστο βάθος κατάδυσης τα 60 μέτρα. Βοηθητικά μηχανήματα πολύπλοκα,
ευαίσθητα και επιρρεπή σε βλάβες. Πρωραία πηδάλια βάθους που δεν
αναδιπλώνονταν. Κύριες μηχανές που παρουσίαζαν συχνές βλάβες και
βραχυκυκλώματα. Δεν διέθεταν θαλάσσερμα ταχείας κατάδυσης, πορειογράφο και
υπολογιστή τορπιλών. Ησαν χωρίς δεξαμενή διακένων και δεξαμενή εσωτερικού
εξαερισμού τορπιλοσωλήνων, πράγμα που αποτέλεσε την αιτία της βύθισης του
«Πρωτεύς». Ακόμα δεν είχαν πώματα ασφαλείας στις καθόδους κάτι που στοίχισε
την απώλεια του «Κατσώνη». Σε όλα αυτά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα
ανταλλακτικά τους ήσαν από σπάνια έως ανύπαρκτα. Ο Ναύαρχος Δημ. Φωκάς
περιγράφει, μάλλον σε χαμηλούς τόνους αλλά οπωσδήποτε ξεκάθαρα, τα
προβλήματα των υποβρυχίων (ΣΗΜ. 8)
Το απόγευμα, στις 1600 για την ακρίβεια, της 28ης Οκτωβρίου 1940,
αποπλεύσανε από το Ναύσταθμο ο «Παπανικολής» και ο «Νηρεύς» για την πρώτη
τους περιπολία. Η ώρα αυτή είχε επιλεγεί ώστε να αποφύγουν το ημερήσιο
ταξίδι σε κατάδυση. Αυτό όμως υπήρξε αφορμή για δύο απίθανα περιστατικά. Το
πρώτο έγινε καθώς περνούσαν από το Πέραμα. Κάποιοι ναύτες από τα εκεί
φυλάκια τα θεώρησαν ιταλικά και τους έριξαν μερικές τουφεκιές για να τα
σταματήσουν! Το δεύτερο ήταν πανομοιότυπο και έγινε στην Πάτρα όπου έφτασαν
τα ξημερώματα της επομένης. Οι ναύτες της ΝΑΠ/1 (ΣΗΜ.9) από κάποιες σκοπιές
στο λιμάνι βάλθηκαν, και αυτοί, να πυροβολούν! Ευτυχώς όλοι τους απέτυχαν
και δεν υπήρξαν θύματα. Η οργάνωση και ο συντονισμός δεν ήσαν ποτέ οι
μεγάλες αρετές των Ελλήνων...
Όμως τα κωμικά γεγονότα περιορίστηκαν σε αυτά της πρώτης ημέρας. Η συνέχεια
έδειξε ότι τα ελληνικά υποβρύχια μόνον αστεία δεν έκαναν. Ως τις 3
Νοεμβρίου οι περιπολίες τους περιορίζονταν στον ελληνικό θαλάσσιο χώρο. Από
την ημέρα εκείνη και ύστερα αρχίζουν να περιπολούν και στην Αδριατική. Αυτό
έγινε επειδή ως τότε στην περιοχή εκείνη ήσαν ανεπτυγμένα τα υποβρύχια του
βρετανικού στόλου της Μεσογείου. Επρεπε λοιπόν να υπάρξει συνεννόηση με
τους Βρετανούς ώστε να ρυθμιστούν τα θέματα της εναλλαγής ώστε στην
Αδριατική να βρίσκονται μονίμως Συμμαχικά υποβρύχια. Συνοπτικά τα ελληνικά
υποβρύχια, ως τις 27 Απριλίου του 1941 δηλαδή την ημέρα που οι Γερμανοί
μπήκαν στην Αθήνα, είχαν την ακόλουθη δράση:
Το «Παπανικολής» είχε την τύχη να είναι το υποβρύχιο που έκανε την πρώτη
και την τελευταία περιπολία στο Ιόνιο πέλαγος, το στενό του Οτράντο και την
Αδριατική. Συνολικά πραγματοποίησε έξι περιπολίες κατά τις οποίες βύθισε τα
MS «Αntoinetta»,στις 22.12.40, και MV «Firenze» (ΣΗΜ. 10), στις 24.12.40.
Το «Κατσώνης» έκανε τέσσερις και βύθισε, στις 31.12.40, το ΜΤ «Quinto». Το
«Τρίτων» πήρε μέρος σε πέντε περιπολίες βυθίζοντας στις 16.3.41 το MV
«Carnia» Έξι περιπολίες είχε το «Νηρεύς». Τέλος το «Πρωτεύς» είχε εκτελέσει
από την αρχή του πολέμου δύο περιπολίες. Στις 26.12.40 απέπλευσε για την
τρίτη του. Είχε οριστεί να περιπολεί στο στενό του Οτράντο ως τις 8.1.41
οπότε και θα επέστρεφε. Όμως όλη αυτή την περίοδο δεν επικοινώνησε με τη
βάση του. Το μυστήριο λύθηκε στις 10 Ιανουαρίου, όταν το ιταλικό ραδιόφωνο
ανέφερε ότι τορπιλοβόλο που συνόδευε νηοπομπή είχε βυθίσει εχθρικό
υποβρύχιο από το οποίο δεν υπήρξαν επιζώντες. Μετά τον πόλεμο έγινε γνωστό
ότι το «Πρωτεύς», στις 29 Δεκεμβρίου 1940, είχε επιτεθεί σε νηοπομπή που
κατευθυνόταν στην Αυλώνα. Οι τορπίλες του χτύπησαν το SS «Sardegna», που
βυθίστηκε. Όμως λόγω ανυπαρξίας δεξαμενής διακένων και δεξαμενής εσωτερικού
εξαερισμού των τορπιλοσωλήνων, αναδύθηκε. Τότε βρήκε την ευκαιρία και το
εμβόλησε το τορπιλοβόλο «Αntares», που στη συνέχεια έριξε και εφτά βόμβες
βάθους. Στην επιφάνεια δεν φάνηκαν παρά μόνο φυσαλίδες, λάδια και κάποια
συντρίμμια. Το «Πρωτεύς»είχε χαθεί αύτανδρο.
Θα παρατηρήσατε βέβαια ότι πουθενά δεν αναφέρθηκε το «Γλαύκος». Ο λόγος
είναι απλός. Καθόλη την πρώτη φάση του πολέμου ήταν καθηλωμένο στη Βάση
Υποβρυχίων εκτελώντας επισκευές. Ευτυχώς, χάρη στις προσπάθειες του
προσωπικού του Ναυστάθμου κατάφερε να αποπλεύσει, το βράδυ του Μεγάλου
Σαββάτου, 19 Απριλίου 1941, για την Αλεξάνδρεια. Τη Μεγ. Παρασκευή είχαν
φύγει, έχοντας τον ίδιο προορισμό, όλα τα υπόλοιπα υποβρύχια εκτός από το
«Παπανικολής» που βρισκόταν σε περιπολία στην Αδριατική. Αυτό αναχώρησε για
την Αλεξάνδρεια στις 22 Απριλίου μαζί με το MV «Μarit Μaersk» (ΣΗΜ. 11).
Έφυγαν λοιπόν όλοι αφήνοντας πίσω τον Ανώτερο Διοικητή Υποβρυχίων Πλοίαρχο
Αθανάσιο Ξηρό! Ο Ναύαρχος Φωκάς γράφει σχετικά: «Ατυχώς η αναβλητικότης, η
επικρατήσασα σύγχυσις, αι σημειωθείσαι αντιρρήσεις δε επέτρεψαν την
πραγματοποίησιν του κανονικού αυτού απόπλου. Και ο πλοίαρχος Ξηρός, θύμα
των αντιξόων περιστάσεων και του φιλοτίμου χαρακτήρος του, έθεσε τέρμα εις
την ζωήν του, αυτοκτονήσας ολίγον κατόπιν, διότι δεν ηδυνήθη να ακολουθήση
τον στολίσκον του."(ΣΗΜ. 12). Μέσα στο γενικό «μπάχαλο» που επικρατούσε
τότε οι επικεφαλής του Ναυτικού δε θεώρησαν απαραίτητο να αφήσουν τον,
πετυχημένο, Πλοίαρχο Αθ. Ξηρό να φύγει με τα υποβρύχιά του. Ήταν και αυτό
ένα μικρό δείγμα των ικανοτήτων τους. Των ικανοτήτων που είχαν καταστρώσει
αλλοπρόσαλλα σχέδια για τη δράση των υποβρυχίων, στην αρχή του πολέμου. Των
ικανοτήτων που φρόντισαν πλοία να βυθιστούν σε άσκοπες αποστολές ή ακόμα να
πέσουν στα χέρια του εχθρού. Ικανοτήτων τέλος που θα φέρουν, λίγο αργότερα,
το Ναυτικό πολύ κοντά στην αυτοκαταστροφή του...
Φτάνοντας στην Αλεξάνδρεια τα ελληνικά υποβρύχια έδεσαν,«παρέβαλαν» κατά τη
ναυτική ορολογία, δίπλα στο HMS «Μedway» (ΣΗΜ. 13). Τη Πρωτομαγιά του 1941
εντάχθηκαν στο «1st Submarine Flotilla» του «Μediterranean Fleet» ή στον
«1ο Στολίσκο Υποβρυχίων» του Βρετανικού Στόλου της Μεσογείου, όπως συνήθως
αναφέρεται στην ελληνική βιβλιογραφία. Στις 15 του ίδιου μήνα ορίστηκε ως
Διοικητής Υποβρυχίων ο Πλοίαρχος Περικλής Αντωνόπουλος, που εγκαταστάθηκε
στο SS «Κορινθία» (ΣΗΜ. 14). Όπως όλοι μπορούμε να φανταστούμε η κατάσταση
των υποβρυχίων μας ήταν η χειρότερη που μπορούσε να γίνει. Όλα τους είχαν
ανάγκη από εκτεταμένες και σημαντικές επισκευές. Οι Βρετανοί πρότειναν να
πάνε για τις επισκευές στη Σιγκαπούρη και το Γιβραλτάρ, πράγμα που δε
δέχτηκε η ΔΥ. Τελικά και οι Βρετανοί συμφώνησαν να γίνουν όσες επισκευές
ήσαν δυνατές στην Αλεξάνδρεια και τα ελληνικά υποβρύχια να αναλάβουν το
ταχύτερο υπηρεσία. Οι καιροί ήσαν δύσκολοι και οι ανάγκες σε υποβρύχια
μεγάλες.
Το «Νηρεύς» ήταν το πρώτο που εκτέλεσε περιπολία στη δεύτερη φάση του
πολέμου. Ηταν από τις 26 Μαϊου έως τις 7 Ιουνίου, στην περιοχή μεταξύ
Καστελόριζου και Αττάλειας. Σύντομα ακολούθησαν και τα υπόλοιπα. Επειδή
είναι αδύνατο να περιγραφούν εδώ οι επιχειρήσεις των ελληνικών υποβρυχίων,
υπάρχουν άλλωστε σχετικά βιβλία (ΣΗΜ. 15), θα αρκεστούμε σε ελάχιστες μόνο
αναφορές. Τις πιο δραματικές και ίσως πιο χαρακτηριστικές της δράσης των.
Στις 4 Απριλίου 1942 τα ελληνικά υποβρύχια θα μειωθούν κατά ένα. Την ημέρα
εκείνη βυθίστηκε στη Μάλτα, χτυπημένο από γερμανικές βόμβες, το «Γλαύκος».
Βρισκόταν εκεί από τις 19 Νοεμβρίου 1941 για επισκευές. Είχε προηγηθεί,
στις 27 Φεβρουαρίου 1942, ο θάνατος, σε έναν από τους πολλούς και συνεχείς
βομβαρδισμούς, του κυβερνήτη του Πλωτάρχη Βασιλείου Αρσλάνογλου και του
Ανθυποπλοιάρχου Κωνσταντίνου Κωστάκου. Είχε προηγηθεί, την 1η Δεκεμβρίου
1941, ο χαμός του Υποπλοιάρχου Βασιλείου Μέρλιν. Επέβαινε, για να
εκπαιδευτεί, στο βρετανικό υποβρύχιο HMS «Ρerseus» που βυθίστηκε αύτανδρο
κατά την περιπολία του στην περιοχή έξω από τον Τάραντα.
Στις 29 Ιουνίου 1942 έξω από το λιμάνι της Αλεξανδρειας σχηματίστηκε μια
μεγάλη νηοπομπή, προορισμός της ήταν η Χάιφα, όπου μετείχαν το «Κορινθία»,
το «Μedway» και ελληνικά υποβρύχια. To «Αfrika Κorp» του Rommell είχε
αρχίσει να πλησιάζει επικίνδυνα. Το «Μedway» δεν θα καταφέρει να φτάσει
ποτέ. Στο ύψος του Port Said θα χτυπηθεί από τορπίλη του γερμανικού
υποβρυχίου U-372 και θα βυθιστεί. Ενα μήνα μετά την άφιξή τους στη Χάιφα,
το «Κορινθία» θα μετακινηθεί στη Βηρυτό όπου και έγινε η έδρα της Διοίκησης
Υποβρυχίων.
Στις 10 Νοεμβρίου θα αποπλεύσει από το Port Said το «Τρίτων» για να
αποβιβάσει πέντε άτομα στη ΝΑ ακτή της Εύβοιας και να εκτελέσει περιπολία
στο Αιγαίο. Το απόγευμα της 16ης Νοεμβρίου ενώ ήταν έξω από τον Κάβο Ντόρο
(ΣΗΜ. 16), στο περισκόπιό του πρόβαλε μια νηοπομπή. Την αποτελούσαν το MT
«Cereno», το SS «Αlba Julia», τα γερμανικά καταδιωκτικά «UJ-2101» και
«UJ-2102» καθώς και το αντιτορπιλικό ZG-3 «Ηermes». Αυτό το τελευταίο δεν
ήταν άλλο από το ελληνικό «Βασιλεύς Γεώργιος», αδελφό του «Βασ. Όλγα», που
είχε εγκαταλειφθεί με ζημιές στο ναύσταθμο της Σαλαμίνας τον Απρίλιο του
41. Οι Γερμανοί το επισκεύασαν και άρχισαν να το χρησιμοποιούν από τον
Αύγουστο του 1942. Ο κυβερνήτης του «Τρίτων» δε δίστασε καθόλου και
επιτέθηκε, ήταν 1630, κατά της νηοπομπής χωρίς επιτυχία. Οι Γερμανοί
απάντησαν με βόμβες βάθους που όμως δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Στην
περιοχή έμεινε μόνο το «UJ-2102» (ΣΗΜ. 17) που συνέχισε την έρευνα Γύρω
στις 2000 εντοπίζει και πάλι το «Τρίτων» και εξαπολύει 13 βόμβες βάθους,
που προκάλεσαν σοβαρές ζημιές στο υποβρύχιο. Προσπαθώντας να
προσανατολιστεί, είχε χαλάσει η πυξίδα του, με το περισκόπιό του, γίνεται
και πάλι αντιληπτό από το «UJ-2102». Εκτοξεύει εναντίον του μια τορπίλη που
δεν βρίσκει το στόχο της, ενώ δέχεται νέα δέσμη βομβών βάθους. Νέες βλάβες
προκλήθηκαν που ουσιαστικά αχρηστεύουν το υποβρύχιο. Ο κυβερνήτης του,
Υποπλοίαρχος Επαμεινώνδας Κοντογιάννης, δεν έχει άλλη επιλογή από το να
αναδυθεί και να δώσει την εσχάτη μάχη με το πυροβόλο του. Η ώρα είναι 2200
και το «UJ-2102» σαρώνει με τα πυρά του το λαβωμένο υποβρύχιο. Στις 2206 το
εμβολίζει. Το «Τρίτων» όμως δε λέει να βυθιστεί. Το πλήρωμά του το
εγκαταλείπει, ενώ Γερμανοί επιβιβάζονται και ψάχνουν να βρουν κώδικες και
άλλα πολύτιμα έγγραφα. Δε θα βρούν τίποτα γιατί τα είχαν καταστρέψει
εγκαίρως. Θα πάρουν μόνο τη σημαία του ως λάφυρο. Στις 2214 το εμβολίζουν
ξανά. Τελικά το «Τρίτων» θα βυθιστεί στις 2235, της 16η Νοεμβρίου 1942, στο
στίγμα 38.37Ν και 24.39Ε. Από το πλήρωμά του χάθηκαν 19 άτομα. Ο κυβερνήτης
του και άλλοι 29 πίαστηκαν αιχμάλωτοι. Ο Αρχικελευστής Νικόλαος Μαρουλάς
και ο Δίοπος Δημήτριος Παπαδημητρίου κατάφεραν κολυμπώντας να φτάσουν στην
Εύβοια. Από εκεί στην Αθήνα και τελικά θα διαφύγουν και θα πάνε στη
Βυρητό!. Τριάντα χρόνια αργότερα στο Κίελο θα υψωνώταν η ελληνική σημαία σε
ένα καινούργιο υποβρύχιο που ονομαζόταν «Τρίτων». Σε τελετή που έγινε στις
20 Σεπτεμβρίου 1972 στη ναυτική σχολή του Murwik στο Κίελο, ένα ηλικιωμένο
άτομο, ονομαζόταν Gero Kleiner, έφερνε ένα ανεκτίμητο δώρο προς το Πολεμικό
Ναυτικό: Τη σημαία του παλιού «Τρίτων»! Ο κύριος Kleiner δεν ήταν άλλος από
τον κυβερνήτη του «UJ-2102» που αναγώριζε έμπρακτα την αξία του παλιού του
αντιπάλου.
Τη λύπη διαδέχτηκε η χαρά. Η χαρά για την απόκτηση ενός νέου υποβρυχίου από
το Ναυτικό. Τώρα αυτό το «νέο» δεν ήταν και καινούργιο, ήταν όμως κάτι. Το
βρετανικό ναυτικό μας είχε παραχωρήσει το ιταλικό υποβρύχιο «Ρerla» που
είχε αιχμαλωτίσει η κορβέτα HMS «Ηyacinth» (ΣΗΜ. 18), ανοιχτά της Βηρυτού,
στις 9.7.42. Η Ελληνική σημαία υψώθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 1942 και πήρε το
όνομα «Ματρώζος»και αριθμό «Υ-7».
Εννέα μήνες αργότερα, στις 5 Σεπτεμβρίου 1943, αναχωρούσε από τη Βηρυτό το
«Κατσώνης» για περιπολία στο Αιγαίο. Στις 14 του μήνα το «Κατσώνης»
περιπολούσε στο δίαυλο της Σκιάθου. Είχε αρχίσει να σουρουπώνει όταν στο
περισκόπιό του εμφανίστηκε ένα καϊκι. Σύμφωνα με τις οδηγίες που είχε
αναδύθηκε για να το ελέγξει. Την ώρα που έπεφτε δίπλα του στον ορίζοντα
φάνηκε καπνός και η σιλουέτα ενός πλοίου. Αφησαν το καϊκι να συνεχίσει το
ταξίδι του και όλοι στράφηκαν προς το μυστηριώδες πλοίο. Όλες οι
πληροφορίες έλεγαν ότι έπρεπε να ήταν το SS «Simfra», ένα γαλλικό επιβατικό
γεμάτο Γερμανούς στρατιώτες. Ο ιδεώδης στόχος! Το πλοίο πλησίαζε, το
μυστήριο παρέμενε και η αγωνία ανέβαινε κατακόρυφα. Ξαφνικά το μυστηριώδες
πλοίο έστειλε, με τον οπτικό τηλέγραφο, σήμα αναγνώρησης. Στο «Κατσώνης»
δόθηκε αμέσως η εντολή για κατάδυση. Για να ζητά αναγνώριση το πλοίο αυτό
δε μπορεί παρά να ήταν γερμανικό πολεμικό. Και, δυστυχώς, είχαν δίκιο. Ήταν
το καταδιωκτικό υποβρυχίων «UJ-2101», ένα μετασκευασμένο αλιευτικό. Ερχόταν
από τη Θεσσαλονίκη είδοποιημένο από το γερμανικό σηματοφορικό σταθμό του
Τρίκερι, ότι στην περιοχή κυκλοφορούσε εχθρικό υποβρύχιο. Ενώ καταδυόταν το
«Κατσώνης» δέχτηκε επίθεση με βόμβες βάθους. Αμέσως σημειώθηκαν βλάβες. Το
σκάφος κατακλύστηκε από νερά. Περίπτωση διαφυγής δεν υπήρχε και το μόνο που
απέμενε στο υποβρύχιο ήταν να αναδυθεί και να δώσει μια άνιση μάχη με το
πυροβόλο του. Αυτό και έγινε. Όμως τα γερμανικά πυρά είναι σαρωτικά. Από
την ομοχειρία του πυροβόλου σκοτώθηκαν όλοι πολύ γρήγορα. Ανάμεσά τους και
ο κυβερνήτης, ο Αντιπλοίαρχος Βασίλειος Λάσκος, που είχε πάει να βοηθήσει
γεμίζοντας το πυροβόλο. Το «UJ-2101» εμβολίζει το «Κατσώνης» πράγμα που
αναγκάζει τον ύπαρχο του να δώσει τη διαταγή για την εγκατάλειψη. Από το
πλήρωμα του «Κατσώνης» χάθηκαν 32 και αιχμαλωτίστηκαν 17. Διέφυγαν ο
ύπαρχος Υποπλοίαρχος Ηλίας Τσουκαλάς και οι Υποκελευστές Α' Αντώνιος
Αντωνίου και Αναστάσιος Τσίγκρος. Και αυτοί θα καταφέρουν να φτάσουν στη
Βυρητό!
Ουσιαστικά αυτό ήταν και το τελευταίο πλήγμα που δέχτηκαν τα ελληνικά
υποβρύχια. Θα σημειωθεί ένας ακόμα θάνατος στα μέλη των πληρωμάτων των
υποβρυχίων. Αυτός του Υποπλοιάρχου Νικολάου Ρουσσέν, κυβερνήτη του
«Παπανικολή», κατά το κίνημα του Απριλίου του 1944. Εντωμεταξυ στις 13
Οκτωβρίου του 1943 εντάχθηκε στη δύναμη της «Διοίκησης Υποβρυχίων» ένα
ολοκαίνουργιο υποβρύχιο. Ήταν το «Υ-8» που έφερε το όνομα «Πιπίνος» και
ήταν κλάσης «V» (πρώην HMS «Veldt»). Στις 10 Μαρτίου του 44 η έδρα του «1st
Submarine Flotilla», και της ΔΥ, μεταφέρθηκε από τη Βηρυτό στη Μάλτα. Η
επόμενη ημερομηνία που πρέπει να αναφερθεί είναι η 17η Οκτωβρίου1944. Η
ημέρα που ο Ελληνικός Στόλος αγκυροβόλησε στα ανοιχτά του Πειραιά. Είχαν
περάσει 2.5 δύσκολα χρόνια.
Λίγο μετά την επιστροφή στην πατρίδα παροπλίστηκε το «Παπανικολής».
Ακολούθησε το «Ματρώζος» και στις 3.5.1947 το «Νηρεύς». Μέσα στο 1945 είχαν
παραληφθεί, στις 9 Μαρτίου, το «Αμφιτρίτη» που ήταν κλάσης «U» και έφερε
αριθμό «Υ-11» (πρώην HMS «Upstart»). Το «Δελφίν» που ήταν κλάσης «V», με
αριθμό «Υ-9» (πρώην HMS «Vengeful»), στις 23 Απριλίου και το «Υ-10», που
ήταν επίσης κλάσης «U» και λεγόταν «Ξιφίας» (πρώην HMS «Untiring»), στις 25
Ιουλίου. Την επόμενη χρονιά, το 1946, είχαμε την ταυτόχρονη παραλαβή δύο
ακόμα υποβρυχίων. Ήσαν τα «Τρίαινα» και «Αργοναύτης», και τα δύο κλάσης
«V», με αριθμούς αντίστοιχα «Υ-14» και «Υ-15» (πρώην HMS «Volatile» και HMS
«Virulent»). Υπήρχαν λοιπόν και κάποιοι προληπτικοί που απέφευγαν το 13...
Τα χρόνια περνούσαν, η Ελλάδα εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ, τα στρατιωτικά δόγματα
άλλαξαν. Πίστευαν ότι η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη υποβρυχίων επειδή την
κάλυπταν αυτά του 6ου Στόλου και του ΝΑΤΟ γενικώτερα. Έτσι ο αριθμός των
ελληνικών υποβρυχίων μειωνώταν καθώς τα πρώην βρετανικά επίστρέφονταν.
Το«Πιπίνος» το 1959, το «Δελφίν» το 1957, το «Ξιφίας» και το «Αμφιτρίτη»
στις 29.5.1952, το «Τρίαινα» στις 2.10.58 και το «Αργοναύτης» στις
2.5.1958. Τη θέση τους άρχισαν να παίρνουν αμερικάνικα. Πρώτο ήταν το
«Ποσειδών» (πρώην USS «Lapon», SS-260) που ήταν κλάσσης «Gato» και
παραλήφθηκε στις 8 Αυγούστου του 1957. Στην αρχή είχε τον αριθμό «Υ-16»
όμως όταν παροπλίστηκε, στις 11.4.1975, έφερε τον αριθμό «S-78». Δεν
ξέρουμε πως προέκυψε αυτό το «78» αυτό που ξέρουμε όμως είναι ότι κάποια
στιγμή στις αρχές της δεκαετία του 60 τα ελληνικά υποβρύχια έπαψαν να
φέρουν ως χαρακτηριστικό γράμμα το «Υ» που το αντικαταστήσανε με το «S».
Τον αριθμό «Υ-19» θα πάρει το πρώην USS «Jack», και αυτό κλάσσης «Gato»,
που θα ονομαστεί «Αμφιτρίτη» και θα παραληφθεί στις 21 Απριλίου 1958. Αυτό
θα γίνει «S-09». Για τα επόμενα έξι χρόνια το Ναυτικό θα μείνει με αυτά τα
δύο υποβρύχια. Ένα τρίτο, κλάσης «Βalao», θα προστεθεί στις 26 Φεβρουαρίου
1964. Ήταν το πρώην USS «Scabbardfish» (SS-397) που θα ονομαστεί «Τρίαινα»
και ως αριθμό θα φέρει το «S-86». To «Τρίαινα» έχει και μία ιδιαιτερότητα.
Υπήρξε το πλοίο που ο κυβερνήτης του άρχισε την αντίσταση κατά της
Δικτατορίας από την ίδια ημέρα της εκδήλωσής της, όταν το απόγευμα της 21ης
Απριλίου 1967 υπέβαλε την παραίτησή του! Πράξη πρωτοφανής και, δυστυχώς,
μοναδική. Φυσικά ο Πλωτάρχης Τζανής Τζανετάκης δέχτηκε ένα σωρό διώξεις
και, μετά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, η εμπλοκή του στην πολιτική. Το
καλοκαίρι του 1989 ορκίστηκε Πρωθυπουργός. Κατά τα άλλα το «Τρίαινα» είχε
μια μάλλον ομαλή πορεία ως τον παροπλισμό του που έγινε την 1.3.1979. Είχαν
προηγηθεί, το 1966, το «Αμφιτρίτη» και στις 11.4 1975 το «Ποσειδών».
Η δεκαετία του 70 ήταν ιδιαίτερα «γόνιμη» για τα ελληνικά υποβρύχια. Το
1968 το Πολεμικό Ναυτικό έκανε μια εντυπωσιακή στροφή. Σταμάτησε να
περιμένει την αμερικανική βοήθεια και μπήκε εντυπωσιακά στη διεθνή αγορά
υποβρυχίων, παραγγέλοντας στα γερμανικά ναυπηγεία Howaldtswerke - Deutsche
Werft AG, η εταιρεία είναι γνωστότερη ως «Χα Ντε Βε» από τα αρχικά της HDW,
τέσσερα υποβρύχια της κλάσης 209. Το πρώτο από αυτά καθελκύστηκε στις 19
Σεπτεμβρίου 1970 στα ναυπηγεία των κατασκευαστών, στο Κίελο. Ονομάστηκε
«Γλαύκος» και πήρε τον αριθμό, αλλάζοντας για άλλη μια φορά τον τρόπο
αρίθμησης, «S-110». Στη Γερμανία έμεινε ένα περίπου χρόνο για τις δοκιμές
και παραδόθηκε στο Ναυτικό στις 6 Σεπτεμβρίου 1971. Στο Ναύσταθμο της
Σαλαμίνας έφτασε μετά από δύο μήνες, στις 6 Νοεμβρίου εκείνης της χρονιάς.
Το δεύτερο υποβρύχιο της κλάσης καθελκύστηκε στις 9 Ιουνίου 1971 παίρνοντας
τον αριθμό «S-111» και το όνομα «Νηρεύς». Στο Ναυτικό παραδόθηκε στις 10
Φεβρουαρίου 1972 και στην Ελλάδα έφτασε στις 19 του επομένου Ιουνίου.
Ακολούθησε το «Τρίτων», με αριθμό «S-112», με ημερομηνίες: 19 Οκτωβρίου
1971 για την καθέλκυση, 8 Αυγούστου 1972 για την παράδοση και 11 Νοεμβρίου
1972 για τον κατάπλου στο Ναύσταθμο. Η σειρά έκλεισε με το «Πρωτεύς», το
«S-113», που καθελκύστηκε την 1η Φεβρουαρίου 1972, παραδόθηκε στο Ναυτικό
στις 23 Νοεμβρίου 1972, ενώ στη Σαλαμίνα ήταν στις 16 Μαρτίου 1973.
Τα υποβρύχια αυτά έδειξαν αμέσως τις αρετές τους. Αρετές που έγιναν
εμφανέστερες όταν συγκρίνονταν με άλλα δύο «νέα» υποβρύχια που παραλήφθηκαν
από τις ΗΠΑ την ίδια περίπου εποχή. Πρώτο ήταν το «Παπανικολής» ή «S-114»
κατά την αρίθμηση του Ναυτικού και το «S-115» που έφερε το επίσης «βαρύ»
όνομα «Κατσώνης». Το πρώτο παραδόθηκε στις 26 Ιουλίου του 1972 και έφτασε
στην Ελλάδα στις 29 Δεκεμβρίου εκείνης της χρονιάς. ‘Ηταν της κλάσης «Guppy
ΙΙΑ» το πρώην USS «Ηardhead» (SS-365). Το άλλο ήταν κλάσης «Guppy ΙΙΙ»
παραδόθηκε στις 29 Οκτωβρίου 1973, άφιξη στο Ναύσταθμο είχε στις 19 Ιουλίου
1974 και ήταν το πρώην USS «Remora» (SS-487). Και τα δύο θα παροπλιστούν το
1994.
Η επιτυχία όμως των τεσσάρων «γερμανικών» όπως λέγονταν τα τέσσερα
«209/1100», οδήγησε στην παραγγελία, το 1976 άλλων τόσων. Αυτά ήσαν κλάσης
«209/1200», μια ελαφρώς βελτιωμένη έκδοση τοης προηγούμενης. Οι σειρά των
κατασκευών είχε ως εξής: Στις 21 Μαρτίου 1978 καθελκύστηκε το πρωτο. Πήρε
αριθμό «S-116» και το όνομα «Ποσειδών». Παραδόθηκε στις 21 Μαρτίου 1978 και
κατέπλευσε στη Σαλαμίνα στις 17 του επομένου Μαϊου. Ακολούθησε το «S-117»,
το «Αμφιτρίτη», που καθελκύστηκε στις 14 Ιουνίου 1978, παραδόθηκε στις 3
Ιουλίου 1979 και έφτασε στην Ελλάδα στις 6 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς.
Μετά είχε σειρά το «Ωκεανός» με τον αριθμό «S-118». Η καθέλκυσή του έγινε
στις 15 Νοεμβρίου 1978, η παράδοσή του ακριβώς ένα χρόνο αργότερα και
κατέπλευσε στο Ναυάσταθμο την Πρωτοχρονιά του 1980. Η παραγγελία έκλεισε με
το «Πόντος», είναι το «S-119», που καθελκύστηκε στις 19 Μαρτίου 1979,
παραλήφθηκε στις 18 Απριλίου 1980 και στην Ελλάδα ήταν στις 8 Ιουνίου της
ίδιας χρονιάς.
Όμως για τα "209/1100" και "209/1200" θα βρείτε περισσότερα στοιχεία σε
άλλο άρθρο αυτού του τεύχους. Εδώ μόνο να πούμε ότι τα σημερινά ελληνικά
υποβρύχια είναι επανδρωμένα με άξιου κληρονόμους της παράδοσης που τους
άφησαν οι 109 συνολικά συνάδελφοί τους που χάθηκαν κατά το Β‹Παγκόσμιο
Πόλεμο.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Έτσι ονομαζόταν η περιοχή που περικλειόταν από την οροσειρά του Αίμου
από τον βορά, τον πόταμό Νέστο από δυτικά, την οροσειρά της Ροδόπης από
νότια και τον Εύξεινο Πόντο από ανατολικά. Πρωτεύουσά της ήταν η
Φιλιππούπολη. Την κατοικούσαν Βούλγαροι, Τούρκοι και Ελληνες. Αυτοί οι
τελευταίοι, περί τις 250,000, ήσαν και το δυναμικότερο στοιχείο του
πληθυσμού της. Με το Συνέδριο του Βερολίνου, 1878, ανακηρύχθηκε αυτόνομη
επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με χριστιανό ηγεμόνα που όριζε ο
Σουλτάνος. Η αβελτηρία που έδειξε το Ελληνικό κράτος, συμπεριλαμβανομένου
και του ίδιου του Δηλιγιάννη όταν ήταν Υπουργός Εξωτερικών, και η
μεθοδικότητα των Βουλγάρων, με τη βοήθεια των Ρώσων, οδήγησαν στη
συρρίκνωση του ελληνικοού στοιχείου και την πραξικοπηματική ενσωμάτωσή της
στη Βουλγαρία με την υποστήριξη της Βρετανίας. Η πράξη αυτή ανέτρεπε
εντελώς την ισορροπία που υπήρχε στα Βαλκάνια. Επόμενο ήταν λοιπόν να
προκαλέσει μεγάλη αναστάτωση στην περιοχή. Ενα από τα αποτελέσματά της ήταν
και ο Βούλγαρο-Σερβικός πόλεμος του 1885. Ο Δηλιγιάννης, όντας Πρωθυπουργός
πια, προσπάθησε να αντιδράσει με σπασμωδικές ενέργειες στην Κρήτη και τη
Θεσσαλία. Οι Βούλγαροι όμως νίκησαν τους Σέρβους και ενσωμάτωσαν και
επίσημα την περιοχή. Η κατάληψη της Ανατολικής Ρωμυλίας από τους Βουλγάρους
δημιούργησε εντελώς νέα δεδομένα στο Μακεδονικό πρόβλημα. Τα σημερινά
προβλήματα με την FYROM έχουν άμεση σχέση με τα γεγονότα εκείνης της
εποχής.


2. Χρήστου Ζ.Σαζανίδη. ΤΑ ΟΠΛΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ. Μια μελέτη του φορητού οπλισμού
των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων , των Σωμάτων Ασφαλείας και Ανταρτικών
σωμάτων (1821-1992). Θεσσαλονίκη 1995. Σελ.253.
3. Thorsten Wilhelm Nordenfelt (1842-1920). Σουηδός μηχανικός που
ασχολήθηκε με την κατασκευή όπλων.Εγινε διάσημος από τα πολύκανα πολυβόλα
του. `Ενα τέτοιο (5κανο) πολυβόλο σώζεται στο Πολεμικό Μουσείο στην Αθήνα.
4. Landskrona = Πόλη της νότιας Σουηδίας, κοντά στο Malmoe. Βρίσκεται
απέναντι από την Κοπεγχάγη, την πρωτεύουσα της Δανίας.
5. The Evolution of the Submarine Boat Mine and Torpedo from the 16th
century to the present time. By Commander Murray F. Sueter RN. J. Griffin &
Co. Portsmouth 1907. Σελ 49-55
6. Ακτή Αλών = Παραλιακή λεωφόρος στο λιμάνι του Πειραιά. Σήμερα λέγεται
Ακτή Κονδύλη. Είναι η λεωφόρος μεταξύ του σταθμού του ΗΣΑΠ και αυτού το ΟΣΕ
στον Αγ. Διονύση.

7. Maxime Laubeuf (1864-1939). Γάλλος ναυπηγός που κατασκεύασε το πρώτο
πραγματικό υποβρύχιο, το «Νarval», το 1898. Από το 1906 ασχολήθηκε
αποκλειστικά με τη σχεδίαση και ναυπήγηση υποβρυχίων. Το 1920 εξελέγη μέλος
της Γαλλικής Ακαδημίας Επιστημών.

8. ΕΚΘΕΣΙΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΡΑΣΕΩΣ ΤΟΥ Β. ΝΑΥΤΙΚΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟΝ 1940-1944.
Συνταχθείσα βάσει των επισήμων στοιχείων της Ιστορικής Υπηρεσίας του Β.Ν.
υπό Δημητρίου Γ. Φωκά, Αντιναυάρχου. Τόμος Α', Από της προπολεμικής
περιόδου μέχρι της καταλήψεως της Ελλάδος (27 Απριλίου 1941). Εκδοσις
Ιστορικής Υπηρεσίας Β.Ν. Αθήναι 1953. Σελ.25-28.
9. ΝΑΠ =Ναυτική Αμυντική Περιοχή. Για την οργάνωση της παράκτιας άμυνας η
Ελλάδα είχε χωριστεί σε έξι συνολικά τέτοιες περιοχές. Η ΝΑΠ/1 κάλυπτε τη
Δυτική Ελλάδα και είχε έδρα την Πάτρα.
10. Τα MS, SS, MV και MT, που υπάρχουν στο κείμενο σημαίνουν αντίστοιχα
Motor Ship, Steam Ship, Motor Vessel και Motor Tanker. Πρόκειται για
χαρακτηρισμούς εμπορικών πλοίων που η αιτιολόγησή τους ξεπερνά τα όρια του
παρόντος.
11. To MV «Μarit Μaersk» είναι μια πολύ ειδική περίπτωση πλοίου.
Ναυπηγήθηκε το 1938 στο Frederksstad της Δανίας για λογαριασμό της δανικής
εταιρείας Α.Ρ.Μoeller που ανήκε στον όμιλο Maersk Lines. Είχε μήκος 96m,
πλάτος 13.56m, βύθισμα 6m, Dwt 3,330 τόνους και ταχύτητα 13 κόμβους. Μετά
την κατάληψη της Δανίας επιτάχθηκε από τη Μ.Βρετανία. Στις 27.11.40 πέρασε
στη δικαιοδοσία της «Ελληνικής Ναυτιλιακής Επιτροπής του Λονδίνου» («Greek
Maritime Commission in London»), που διαχειριζόταν όλα τα μη βρετανικά
πλοία που είχε ναυλώσει ή επιτάξει η Μ.Βρετανία. Την εποχή που αναφερόμαστε
έφερε ελληνική σημαία και είχε ως πλοίαρχο τον Μιχαήλ Βάττη και ελληνικό
πλήρωμα. Στο ταξίδι του εκείνο μετάφερε, μέσω Σούδας, τορπίλες και
ανταλλακτικά των υποβρυχίων, πράγμα που επέτρεψε σε αυτά να συνεχίσουν τις
επιχειρήσεις τους και από τη Μέση Ανατολή. Επιστράφηκε στους πλοιοκτήτες
του στις 14.11.1945. Εννιά χρόνια αργότερα, στις 9.8.1954 πουλήθηκε στην
«Ηellenic Lines», ύψωσε την ελληνική σημαία, πήρε το όνομα «Βέλγιον» και
εκτελούσε τη γραμμή Β. Ευρώπη - Πειραιάς. Δόθηκε για διάλυση το 1962.

12. Φωκάς ο.π. Σελ 480.

13. Το HMS «Μedway» χαρακτηριζόταν ως Submarine Depot Ship. Η επίσημη
ελληνική τους ονομασία είναι «Συνοδό Υποβρυχίων» ενώ η κοινή τους «Μάνα
Υποβρυχίων». Τα πλοία αυτά ήσαν πλωτές βάσεις υποβρυχίων που διέθεταν
χώρους για τον στρατωνισμό των πληρωμάτων, συνεργεία για τρέχουσες
επισκευές, μηχανές φόρτησης των συσωρευτών, πυρομαχικά και ότι άλλο
χρειάζεται ένα υποβρύχιο μεταξύ δύο αποστολών. Η ύπαρξη τέτοιων πλοίων
δικαιολογείται από τις ιδιαιτερότητες των υποβρυχίων, πχ η έλλειψη χώρου
που στερεί στα πληρώματά τους και τις πιο στοιχειώδεις ανέσεις. Το HMS
«Μedway» είχε ναυπηγηθεί το 1928 ακριβώς για αυτό τον σκοπό και είχε
εκτόπισμα 14,650 t.
14. Το SS "Κορινθία", Νηολογίο Πειραιώς 949, ήταν επιβατικό που ανήκε στην
εταιρεία "Ελληνικαί Μεσογειακαί Γραμμαί", γνωστότερη ως "ΕΛΜΕΣ". Διέθετε
202 κρεβάτια της Α', Β' και Γ' θέσης και τέσσερα μεγάλα σαλόνια. Είχε
κατασκευασθεί στην Ολλανδία, το 1911, στα ναυπηγεία "Koninklijke Maats de
Schelde" (ίδια που έφτιαξαν τις φρεγάτες "Ελλη" κλπ) ως SS "Oranje Nassau".
Την πρωτη περίδο του πολέμου χρησιμοποιήθηκε, ως επίτακτο, για τη μεταφορά
στρατού. Στην Αλεξάνδρεια έφτασε μεταφέροντας βρετανούς στρατιώτες από την
Ελλάδα. Καθόλη τη διάρκεια του πολέμου υπήρξε, με απόλυτη επιτυχία, η βάση
των ελληνικών ιποβρυχίων. Το πλήρωμά του ήταν μικτό από άνδρες του
Πολεμικού και του Εμπορικού Ναυτικού. Κυβερνήτης του ήταν ο Πλοίαρχος, του
ΕΝ, Ευάγγελος Πιλάλης. Το SS "Κορινθία" μετά τη λήξη του πολέμου αποδόθηκε
στους πλοιοκτήτες του και άρχισε πάλι να εκτελεί δρομολόγια μεταξύ των
λιμανιών της Μεσογείου, ως το 1959 που πήγε για διάλυση. Η προσφορά του SS
"Κορινθία" στο Ναυτικό υπήρξε καθοριστική.
15. Εκτός από το βιβλίο του Ναυάρχου Φωκά που ήδη έχουμε αναφέρει και έχει
εξαντληθεί εδώ και πολλά χρόνια, ειδικά για τα υποβρύχια κυκλοφόρησε το
Νοέμβριο του 1995 το βιβλίο "Ο ΣΙΩΠΗΛΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, Η δράση των Ελληνικών
Υποβρυχίων 1940-1944". Εκδοση του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδος που έχει ως
συγγραφέα τον Αρχιπλοίαρχο Νικόλαο Δαμβέργη, ενώ ο κατάλογος με τα ονόματα
όσον υπηρέτησαν την περίοδο εκείνη στα υποβρύχια είναι του Ναυάρχου Κων,
Παϊζη-Παραδέλη. Εργο απαραίτητο για όποιον ενδιαφέρεται για το θέμα.
16. Κάβο Ντόρο ή Καβοντόρος. Η κοινή ονομασία του ακρωτηρίου Καφηρεύς, της
νοτιότερης άκρης της Εύβοιας
17. To "UJ-2102" δεν ήταν παρά η θαλαμηγός "Μπριγκίτε" του εφοπλιστή
Ευγένειου Ευγενίδη, που οι Γερμανοί είχαν μετατρέψει σε καταδιωκτικό
υποβρυχίων. Αλλη μια περίπτωση ελληνικής απρονοησίας που πληρώθηκε ακριβά.
18. Το HMS "Hyacinth" στις 24.10.1943 παραχωρήθηκε στο Πολεμικό Ναυτικό
παίρνοντας το όνομα "Αποστόλης".

ΛΕΖΑΝΤΕΣ
1. Φωτογραφία του «ΚΑΤΣΩΝΗ» (Y-1) μετά την επιστροφή του από πολεμική
περιπολία στις ακτές της Πελοποννήσου το 1943. Με το πουλόβερ και τα κυάλια
(στο κέντρο της φωτογραφίας και το υψηλότερο σημείο) διακρίνεται ο
κυβερνήτης του σκάφους αντιπλοίαρχος Βασ. Λάσκος.

2. Φωτογραφία του αγκυροβολημένου στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, συνοδού των
Ελληνικών υποβρυχίων, SS «Κορινθία».

3. Αποψη του αγκυροβολίου των υποβρυχίων στο ναύσταθμο Σαλαμίνας πρίν από
την έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου. Από τα κτίρια που διακρίνονται μόνο
ένα σώζεται σήμερα (είναι το πρώτο από δεξιά πιθανότατα) και οι άνθρωποι
της Διοίκησης Υποβρυχίων έχουν εδώ και καιρό ξεκινήσει μία προσπάθεια
επισκευής του προκειμένου να στεγάσει μελλοντικά το μουσείο γιά τη δράση
και την ιστορική εξέλιξη της.

4. Προπολεμική φωτογραφία του «ΚΑΤΣΩΝΗ» (Y-1) κατά την διάρκεια επίσκεψής
του στην Αγγλική ναυτική βάση της Μάλτας.

5. Το «ΔΕΛΦΙΝ», το πρώτο Ελληνικό υποβρύχιο που αξιοποιήθηκε επιχειρησιακά
και το πρώτο υποβρύχιο στον κόσμο που πραγματοποίησε βολή τορπίλης εναντίον
σκάφους επιφανείας !.

6. Το πρώτο Ελληνικό υποβρύχιο (Nordenfelt I) δεν αξιοποιήθηκε ποτέ
επιχειρησιακά. Αποτέλεσε όμως τον θεμέλιο λίθο της ένδοξης ιστορίας της
Διοίκησης Υποβρυχίων.

7. To υποβρύχιο «ΞΙΦΙΑΣ» φωτογραφημένο έξω από το ναύσταθμο της Σαλαμίνας
το 1913. Μέχρι και το 1920, που μαζί με το αδελφό «ΔΕΛΦΙΝ» παροπλίστηκε,
δεν γνώρισε επιχειρησιακή δράση.

8. Το υποβρύχιο «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» (S 114) της κλάσσης Guppy IIA. Παραλήφθηκε το
1972 και παροπλίστηκε -μαζί με το «ΚΑΤΣΩΝΗΣ» (S-115) κλάσσης Guppy III- το
1994.

9. To «ΑΡΓΟΝΑΥΤΗΣ» (Y15) της κλάσσης ‘V' παραχωρήθηκε (δανείστηκε είναι η
πιό ακριβής λέξη) από το Βρεττανικό Βασιλικό Ναυτικό το 1946 μαζί με το
αδελφό «ΤΡΙΑΙΝΑ» (Y-14). Και τα δύο αυτά υποβρύχια επιστράφηκαν στους
Αγγλους το 1958.

10. Το υποβρύχιο «ΝΗΡΕΥΣ» (Y4).