roundcorner.gif (262 bytes)  

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΙΣ ΧΑΜΕΝΕΣ ΛΙΜΝΕΣ ΤΟΥ ΦΕΓΓΑΡΙΟΥ




ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΙΣ ΧΑΜΕΝΕΣ ΛΙΜΝΕΣ ΤΟΥ ΦΕΓΓΑΡΙΟΥ

Η ανακάλυψη πάγου στη Σελήνη από τον αμερικανικό βολιστήρα «Κλημεντίνη»
δημιουργεί νέα δεδομένα και αναπτερώνει τις ελπίδες για την —ουσιαστικά
ξεχασμένη— υπόθεση του αποικισμού του δορυφόρου μας.

Του Θανάση Βέμπου

Όταν, τριακόσια χρόνια πριν, ο Γαλιλαίος έστρεψε το πρωτόγονο τηλεσκόπιό
του προς τη Σελήνη, είδε αυτό που πίστεψε ότι αποτελούσε ένα οικείο μοτίβο:
οι φωτεινές, ορεινές περιοχές ήταν προφανώς στεριά, ενώ οι σκοτεινές,
ομαλές εκτάσεις ήταν καταφανώς θάλασσες. Κι έτσι τις ονόμασε ανάλογα:
Ωκεανός των Καταιγίδων, Θάλασσα της Γαλήνης, Κόλπος των Ουρανίων Τόξων.
Χρειάστηκε να περάσουν πολλά χρόνια για να συνειδητοποιήσουν οι αστρονόμοι
ότι οι σκοτεινές σεληνιακές «θάλασσες», μόνο υδάτινες εκτάσεις δεν ήταν.
Και όταν τα πρώτα αυτόματα σκάφη —και αργότερα οι άνθρωποι— προσεδαφίστηκαν
στο δορυφόρο μας, οι φωτογραφίες έδειξαν απέραντες, σκοτεινές και νεκρές
ερήμους, λουσμένες στη θανατηφόρα ακτινοβολία.
Όμως οι επιστήμονες διατηρούσαν την κρυφή ελπίδα ότι στο υπέδαφος της
Σελήνης ίσως υπήρχαν κοιτάσματα νερού, θαμμένα εκεί από την εποχή που ο
δορυφόρος μας ήταν νέος κόσμος. Όμως, εκτός από κάποιες αβέβαιες
αστρονομικές παρατηρήσεις και την ανακάλυψη πορτοκαλόχρωμου χώματος από το
πλήρωμα του Απόλλωνα 17 το 1972 (αρχικά πιστευόταν ότι επρόκειτο για
σκουριά αλλά αποδείχτηκε ότι ήταν σωματίδια υάλου), ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε
η ύπαρξη της παραμικρής σταγόνας νερού στη Σελήνη.
Πολλά μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας βασίστηκαν στην παραδοχή ότι
κρυμμένο κάπου στα έγκατα της Σελήνης βρισκόταν το ζωογόνο υγρό —έστω και
με τη μορφή πάγου. Τα σχέδια για επανδρωμένη σεληνιακή βάση —που
εκπονούνται εδώ και δεκαετίες, αλλά που ποτέ δεν εκδηλώθηκε η πολιτική
βούληση για την υλοποίησή τους— θα διευκολύνονταν σημαντικά αν υπήρχε νερό
στη Σελήνη. Το νερό αυτό θα μπορούσε —εκτός από την προφανή χρησιμότητά
του— να χρησιμεύσει ως πρώτη ύλη για την παρασκευή οξυγόνου και υδρογόνου,
τα οποία με τη σειρά τους θα χρησίμευαν ως καύσιμα για πτήσεις από τη Γη
στη Σελήνη και πιο πέρα.
Ο αμερικανικός βολιστήρας «Κλημεντίνη» αποτέλεσε το κλασικό παράδειγμα
συσκευής που ανακάλυψε κάτι ριζικά διαφορετικό από εκείνο το οποίο
προοριζόταν αρχικά να ανακαλύψει: επρόκειτο για ένα διαστημόπλοιο με
αισθητήρες που είχαν σχεδιαστεί για την ανίχνευση πυρηνικών πυραύλων, στα
πλαίσια της (ξεχασμένης πια) Πρωτοβουλίας Στρατηγικής Αμυνας (δηλαδή του
γνωστού «Πολέμου των Αστρων» του προέδρου Ρίγκαν). Το υπουργείο Αμυνας,
αποφασισμένο να δοκιμάσει τους πολυδιαφημισμένους αισθητήρες, προγραμμάτισε
την αποστολή της «Κλημεντίνης» στη Σελήνη —μια κίνηση που αποσκοπούσε
βασικά στη δημιουργία δημοσιότητας.
Η αποστολή είχε πραγματοποιηθεί το 1994, όμως μόλις τώρα τα δεδομένα
συνδυάστηκαν με τέτοιο τρόπο, ώστε να ανακοινωθεί από τις σελίδες του
έγκυρου Science η καταπληκτική ανακάλυψη: στη Σελήνη υπάρχει νερό!
Συγκεκριμένα, τα ραδιοκύματα του ραντάρ της «Κλημεντίνης» που ανακλώνταν
στην επιφάνεια της Σελήνης εντόπισαν την ύπαρξη υλικού που πρέπει να είναι
πάγος, στα ανήλια βάθη του κρατήρα Αιτκεν, ο οποίος βρίσκεται στο νότιο
πόλο του Φεγγαριού και έχει βάθος σε ορισμένα σημεία 13 χλμ. Κάπου 15.500
τετραγωνικά χιλιόμετρα του πυθμένα του (μια έκταση μεγαλύτερη από τη
Θεσσαλία), θεωρείται ότι είναι βυθισμένα συνεχώς στο σκοτάδι.
Η ειρωνεία της τύχης ήταν πως ο πάγος δεν ανιχνεύτηκε από τους
πολυδιαφημισμένους αισθητήρες της «Κλημεντίνης» αλλά από ένα πείραμα που
επινοήθηκε μεταγενέστερα. Επειδή ο βολιστήρας δεν ήταν εξοπλισμένος με
ειδικό ραντάρ ή φασματόμετρο ακτινών -γ για να αναζητήσει νερό, μια ομάδα
με επικεφαλή το Στιούαρτ Νοζέτ των Εργαστηρίων Φίλιπς της USAF σκέφτηκε να
χρησιμοποιήσει το ραδιοπομπό του σκάφους.
Οι πομποί εξέπεμψαν ραδιοκύματα τα οποία ανακλάστηκαν σε μόνιμα σκιασμένες
περιοχές της Σελήνης και κατόπιν κατέληξαν στις τεράστιες επίγειες κεραίες
του Deep Space Network στο Νέο Μεξικό. Από τη μορφή του ανακλώμενου
ραδιοσήματος, έγινε εφικτή η εξακρίβωση της φύσης της επιφάνειας στην οποία
αυτό ανακλάται.
Έτσι ανακαλύφθηκε ότι τα ανακλώμενα σήματα από τον πυθμένα του κρατήρα
Αιτκεν, έμοιαζαν πολύ με εκείνα που είχαν ληφθεί από ανάλογες περιοχές του
πλανήτη Ερμή το 1991 -στις οποίες πιστεύεται ότι επίσης υπάρχει πάγος. Το
Νοζέτ εκτιμά ότι το 1 % της μόνιμα σκιασμένης επιφάνειας του πυθμένα
καλύπτεται από πάγο (δηλαδή 155 τετραγωνικά χιλιόμετρα). Πιο συντηρητικές
εκτιμήσεις αναφέρονται σε μια περιοχή εμβαδού ίσου με δύο ποδοσφαιρικά
γήπεδα και βάθους 8 μ. Υπολογίζεται ότι κάτι τέτοιο αντιστοιχεί σε ποσότητα
60-120.000 κυβικών μέτρων νερού.
Εικάζεται ότι ο πάγος προήλθε από πτώσεις κομητών στη Σελήνη, πριν από
δισεκατομμύρια χρόνια. Αυτό ανοίγει και σημαντικούς ορίζοντες στην έρευνα
του Ηλιακού Συστήματος. Ο πάγος ενδέχεται να συσσωρεύεται στον πυθμένα του
Αιτκεν εδώ και τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια. Ο κάθε κομήτης που έπεφτε, θα
πρέπει να προσέθετε και ένα νέο στρώμα πάγου. Η μελλοντική γεωλογική έρευνα
της περιοχής με γεωτρήσεις θα φανερώσει τον τρόπο με τον οποίο
μεταβάλλονταν οι κομήτες στην πορεία της γεωλογικής ιστορίας του Ηλιακού
Συστήματος.
Πάντως η καταπληκτική ανακάλυψη αυξάνει τη σημασία δύο νέων μη επανδρωμένων
αποστολών (μιας αμερικανικής και μίας ιαπωνικής) που θα πραγματοποιηθούν
στο άμεσο μέλλον. Στις 24 Σεπτεμβρίου 1998 θα εκτοξευτεί ο Lunar
Prospector, σκάφος ειδικά σχεδιασμένο για την έρευνα νερού στο δορυφόρο
μας. Το αξίας $ 63 εκατ. σκάφος της Λόκχιντ Μάρτιν θα ερευνήσει επίσης και
για Παροδικά Σεληνιακά Φαινόμενα (TLP), δηλαδή πρόσκαιρες εκλάμψεις στη
Σελήνη που σχετίζονται με γεωλογική ή ηφαιστειακή δραστηριότητα, και θα
καταστρώσει έναν λεπτομερή βαρυτικό χάρτη, κορυφαίας σημασίας για τις
προσεδαφίσεις άλλων διαστημοπλοίων στο μέλλον.
Η δεύτερη αποστολή αφορά το αξίας $ 50 εκατ. ιαπωνικό Lunar-A που θα
εκτοξευτεί στα μέσα του 1997 ή στις αρχές του 1998. Το σκάφος θα εξαπολύσει
«διεισδυτήρες» που θα εισχωρήσουν στο έδαφος στην ορατή και στην αθέατη
πλευρά της Σελήνης με σκοπό τη συλλογή σεισμικών και θερμικών δεδομένων που
θα εξακριβώσουν αν η Σελήνη διαθέτει ή όχι ρευστό πυρήνα.
Οι αποστολές αυτές θα διεξάγουν τις σημαντικότερες και πιο φιλόδοξες
σεληνιακές εξερευνήσεις μετά τη λήξη του προγράμματος Απόλλων, πριν 24
χρόνια. Όμως υπάρχουν και άλλες αποστολές που θα πραγματοποιηθούν αργότερα.
Η Ευρωπαϊκή Διαστημική Υπηρεσία (ESA) σχεδιάζει το LEDA που θα
προσεδαφιστεί στη Σελήνη εξοπλισμένο με ένα αυτόματο ρόβερ που θα
περιπλανηθεί διασχίζοντας 50 χλμ στην περιοχή του νότιου πόλου, γύρω στο
2005 για να εξακριβώσει τη φύση των ευρημάτων της «Κλημεντίνης». Η αποστολή
θα στοιχίσει $ 400 εκατ. Στην ίδια αποστολή θα μελετηθεί και η
καταλληλότητα της Σελήνης για εγκατάσταση αστρονομικών οργάνων αλλά και
συστημάτων εξαγωγής του σπάνιου ισότοπου ήλιου -3 που μπορεί να
χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο αντιδραστήρων πυρηνικής σύντηξης.
Φέτος θα αρχίσει και ο σχεδιασμός και ανάπτυξη του ιαπωνικού Selene
(Selenological and Engineering Explorer). Η αποστολή αφορά την εκτόξευση
ενός «πακέτου» δύο τόνων με πύραυλο H-2A το 2003 και είναι αρκετά φιλόδοξη.
Το «πακέτο» θα περιλαμβάνει σκάφος προσεδάφισης, σκάφος σε τροχιά και
δορυφόρο αναμετάδοσης. Η αποστολή θα στοιχίσει $ 400 εκατ. Το σκάφος
τροχιάς θα περιστρέφεται σε ύψος 90 χλμ μεταφέροντας 14 επιστημονικά
όργανα. Ανάμεσά τους συμπεριλαμβάνονται συσκευές χαρτογράφησης και έρευνας
του υπεδάφους, και κάμερες με ευκρίνεια 10 μ. Το βάρους 450 kg σκάφος
προσεδάφισης θα χρησιμοποιηθεί κυρίως ως όχημα τεχνολογικών δοκιμών, αλλά
και σαν ραδιο-πλατφόρμα για μελέτες συμβολομετρίας.
Η Ιαπωνία έχει εκδηλώσει εδώ και καιρό έντονο ενδιαφέρον για τη Σελήνη και
τα σχέδια για τη δημιουργία μιας επανδρωμένης βάσης, τοποθετούνται στη
δεκαετία του 2020. Διάφορες μεγάλες εταιρίες διεξάγουν έρευνες για τη
βιωσιμότητα ενός τέτοιου εγχειρήματος. Σε αντίθεση με τους Αμερικανούς, οι
Ιάπωνες, με τη μεθοδικότητα και υπομονή που χαρακτηρίζει την κουλτούρα
τους, δε φαίνεται να βιάζονται.

ΛΕΖΑΝΤΕΣ